αἰψηροκέλευθος: Difference between revisions
διφθέραι σταδιαῖαι τοῖς μεγέθεσιν → hides a stade in size, hides fastened together so as to cover a place an entire stadium in extent
(1) |
(1a) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''αἰψηροκέλευθος:''' быстрый, стремительный ([[Βορέης]] Hes.). | |elrutext='''αἰψηροκέλευθος:''' быстрый, стремительный ([[Βορέης]] Hes.). | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=<br />[[swift]]-[[speeding]], of [[Boreas]], Hes. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:40, 9 January 2019
English (LSJ)
ον,
A swift-speeding, epith. of Boreas, Hes. Th.379, Poet. ap. Apollod.3.4.4.
Greek (Liddell-Scott)
αἰψηροκέλευθος: -ον, ὁ ταχέως, ὁρμητικῶς κινούμενος, ἐπίθ. τοῦ Βορέου, Ἡσ. Θ. 379.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
à la marche rapide.
Étymologie: αἰψηρός, κέλευθος.
Spanish (DGE)
-ον
de rápido paso, de veloz andadurade Bóreas, Hes.Th.379, de Bóreas, uno de los perros de Acteón Epic.Alex.Adesp.1.9.
Greek Monolingual
αἰψηροκέλευθος, -ον (Α)
αυτός που κινείται βίαια, γρήγορα, ο ορμητικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αἰψηρὸς + κέλευθος.
Greek Monotonic
αἰψηροκέλευθος: -ον, αυτός που κινείται αστραπιαία, ορμητικά, λέγεται για τον Βορέα, δηλ. την προσωποποίηση του βορείου ανέμου, σε Ησίοδ.
Russian (Dvoretsky)
αἰψηροκέλευθος: быстрый, стремительный (Βορέης Hes.).