ἐπιφημισμός: Difference between revisions
From LSJ
μεγάλα ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν → that will be of great benefit to you in order to understand public affairs
(14) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=epifimismos | |Transliteration C=epifimismos | ||
|Beta Code=e)pifhmismo/s | |Beta Code=e)pifhmismo/s | ||
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=ὁ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[dedication]], <span class="bibl">Str. 6.2.9</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 15:40, 29 June 2020
English (LSJ)
ὁ,
A dedication, Str. 6.2.9.
German (Pape)
[Seite 1000] ὁ, die Weihung, τῶν ἐπιφημισθέντων στεφάνων ἑκατέρῳ – ἀναφαίνεται κατὰ τὸν ἐπιφημισμὸν ἑκάτερος ἐν τῷ οἰκείῳ ποταμῷ Strab. VI, 275.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιφημισμός: ὁ, τὸ ἐπιφημίζειν ἢ ἀφιεροῦν τι εἰς θεόν τινα δι’ ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ, ἐπὶ τῶν ποταμῶν Εὐρώτα καὶ Ἀλφειοῦ, οὓς οἱ ἀρχαῖοι ὡς καὶ ἄλλους ποταμοὺς ἐθεοποίουν, Στράβ. 275.
Greek Monolingual
ἐπιφημισμός, ὁ (Α) επιφημίζω
αφιέρωση, ιδίως με επίκληση του ονόματος του θεού στον οποίο γίνεται η αφιέρωση.