ὑπερθεματισμός: Difference between revisions

From LSJ

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97
(43)
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, $2")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=yperthematismos
|Transliteration C=yperthematismos
|Beta Code=u(perqematismo/s
|Beta Code=u(perqematismo/s
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">overbidding, Gloss</b>., Charis. p.553K.</span>
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[overbidding]], [[Gloss]]., Charis. p.553K.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 10:05, 30 June 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερθεμᾰτισμός Medium diacritics: ὑπερθεματισμός Low diacritics: υπερθεματισμός Capitals: ΥΠΕΡΘΕΜΑΤΙΣΜΟΣ
Transliteration A: hyperthematismós Transliteration B: hyperthematismos Transliteration C: yperthematismos Beta Code: u(perqematismo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A overbidding, Gloss., Charis. p.553K.

German (Pape)

[Seite 1196] ὁ, das Ueberbieten, Sp.

Greek Monolingual

ο / ὑπερθεματισμός, ΝΜ ὑπερθεματίζω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του υπερθεματίζω, η προσφορά υψηλότερης τιμής σε πλειστηριασμό, πλειοδοσία
νεοελλ.
1. (νομ.) έγγραφο αγοραπωλησίας με το οποίο οι συναλλασσόμενοι επιφυλάσσονται να θεωρήσουν την αγοραπωλησία σαν να μην έγινε στην περίπτωση που θα παρουσιαστεί κάποιος τρίτος με καλύτερους όρους
2. μτφ. κάθε είδους υπερβολή
μσν.
πέρασμα πέρα από τα όρια της επαρχίας.