διαποδισμός: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διαποδισμός''': ὁ, τὸ πηδᾶν κατὰ διαφόρους διευθύνσεις, [[εἶδος]] χοροῦ, Ἡσύχ., ὁ | |lstext='''διαποδισμός''': ὁ, τὸ πηδᾶν κατὰ διαφόρους διευθύνσεις, [[εἶδος]] χοροῦ, Ἡσύχ., ὁ Πολυδ. Δ΄, 99 [[ποδισμός]], (διποδισμός, κατὰ τὸν Kaï bel Herm. 30, 432). | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />un tipo de [[danza]] o [[salto]] Hsch., pero cf. [[διποδισμός]]. | |dgtxt=-οῦ, ὁ<br />un tipo de [[danza]] o [[salto]] Hsch., pero cf. [[διποδισμός]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 20:20, 7 July 2020
English (LSJ)
ὁ,
A jumping about: a kind of dance, Poll.4.99.
German (Pape)
[Seite 596] ὁ, das Hin- u. Herhüpfen, eine Art Tanz, Hesych.; Poll. 4, 99.
Greek (Liddell-Scott)
διαποδισμός: ὁ, τὸ πηδᾶν κατὰ διαφόρους διευθύνσεις, εἶδος χοροῦ, Ἡσύχ., ὁ Πολυδ. Δ΄, 99 ποδισμός, (διποδισμός, κατὰ τὸν Kaï bel Herm. 30, 432).
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
un tipo de danza o salto Hsch., pero cf. διποδισμός.