φαινίνδα: Difference between revisions
τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ ἐν τῷ σῷ ὀφθαλμῷ δοκὸν οὐ κατανοεῖς → why do you look at the speck of sawdust in your brother's eye and pay no attention to the plank in your own eye | and why beholdest thou the mote that is in thy brother's eye, but considerest not the beam that is in thine own eye | why do you see the speck that is in your brother's eye, but don't consider the beam that is in your own eye
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φαινίνδᾰ''': παίζειν, παιδιὰ [[μετὰ]] σφαίρας (πρβλ. [[ἁρπαστόν]], [[ἐφετίνδα]]), «[[φαινίνδα]] δὲ ([[παιδιά]]) ἐστιν [[ὅταν]] ἑτέρῳ τὴν σφαῖραν προδεικνύντες ἑτέρῳ αὐτὴν ἐπιπέμπωσιν» Σχόλ. εἰς Πλάτ. σ. 358 ἔκδ. Βεκκήρ., πρβλ. | |lstext='''φαινίνδᾰ''': παίζειν, παιδιὰ [[μετὰ]] σφαίρας (πρβλ. [[ἁρπαστόν]], [[ἐφετίνδα]]), «[[φαινίνδα]] δὲ ([[παιδιά]]) ἐστιν [[ὅταν]] ἑτέρῳ τὴν σφαῖραν προδεικνύντες ἑτέρῳ αὐτὴν ἐπιπέμπωσιν» Σχόλ. εἰς Πλάτ. σ. 358 ἔκδ. Βεκκήρ., πρβλ. Πολυδ. Θ΄, 105· σφαῖραν λαβὼν τῷ μὲν διδοὺς ἔχαιρε, τὸν δ’ ἔφευγ’ ἅμα, τοῦ δὲ ἐξέκρουσε, τὸν δ’ ἀνέστησε [[πάλιν]], κλαγκταῖσι φωναῖς Ἀντιφάνης παρ’ Ἀθην. 15Α. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ή φαιννίς, -[[ίδος]], και δ. γρφ. [[φενίνδα]], η, Α<br />[[είδος]] παιχνιδιού που επινοήθηκε [[πιθανώς]] από τον δάσκαλο Φαινέστιο ή Φαινίνδη ή Φαινίδη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]] <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -[[ίνδα]] (<b>πρβλ.</b> <i>κρυπτ</i>-[[ίνδα]], <i>στρεπτ</i>-[[ίνδα]])]. | |mltxt=ή φαιννίς, -[[ίδος]], και δ. γρφ. [[φενίνδα]], η, Α<br />[[είδος]] παιχνιδιού που επινοήθηκε [[πιθανώς]] από τον δάσκαλο Φαινέστιο ή Φαινίνδη ή Φαινίδη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]] <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -[[ίνδα]] (<b>πρβλ.</b> <i>κρυπτ</i>-[[ίνδα]], <i>στρεπτ</i>-[[ίνδα]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 21:05, 7 July 2020
English (LSJ)
παίζειν, to play
A at ball, Antiph.283, Juba 81, Ath.1.14f, Poll.9.105: written φενίνδα in Com.Adesp.711.
German (Pape)
[Seite 1250] adv., gew. mit παίζειν, Fangball spielen, nach Ath. I, 14 f von ἄφεσις; vgl. die Beschreibung des Antiphan. bei Ath. a. a. O.
Greek (Liddell-Scott)
φαινίνδᾰ: παίζειν, παιδιὰ μετὰ σφαίρας (πρβλ. ἁρπαστόν, ἐφετίνδα), «φαινίνδα δὲ (παιδιά) ἐστιν ὅταν ἑτέρῳ τὴν σφαῖραν προδεικνύντες ἑτέρῳ αὐτὴν ἐπιπέμπωσιν» Σχόλ. εἰς Πλάτ. σ. 358 ἔκδ. Βεκκήρ., πρβλ. Πολυδ. Θ΄, 105· σφαῖραν λαβὼν τῷ μὲν διδοὺς ἔχαιρε, τὸν δ’ ἔφευγ’ ἅμα, τοῦ δὲ ἐξέκρουσε, τὸν δ’ ἀνέστησε πάλιν, κλαγκταῖσι φωναῖς Ἀντιφάνης παρ’ Ἀθην. 15Α.
Greek Monolingual
ή φαιννίς, -ίδος, και δ. γρφ. φενίνδα, η, Α
είδος παιχνιδιού που επινοήθηκε πιθανώς από τον δάσκαλο Φαινέστιο ή Φαινίνδη ή Φαινίδη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φαίνω + επιρρμ. κατάλ. -ίνδα (πρβλ. κρυπτ-ίνδα, στρεπτ-ίνδα)].