παρδαλωτός: Difference between revisions

From LSJ

Ῥᾷον φέρειν δεῖ τὰς παρεστώσας τύχας → Facilius ferre oportet, quae incidunt malaRecht leicht musst du das Schicksal tragen, das dich trifft

Menander, Monostichoi, 470
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=pardalotos
|Transliteration C=pardalotos
|Beta Code=pardalwto/s
|Beta Code=pardalwto/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[spotted like the pard]], Luc.Bis Acc.8.</span>
|Definition=ή, όν, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[spotted like the pard]], Luc.Bis Acc.8.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 15:30, 11 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρδᾰλωτός Medium diacritics: παρδαλωτός Low diacritics: παρδαλωτός Capitals: ΠΑΡΔΑΛΩΤΟΣ
Transliteration A: pardalōtós Transliteration B: pardalōtos Transliteration C: pardalotos Beta Code: pardalwto/s

English (LSJ)

ή, όν,    A spotted like the pard, Luc.Bis Acc.8.

German (Pape)

[Seite 509] gepardelt, getigert, wie ein Panther gefleckt, καὶ κατεστιγμένος τὴν χρόαν, Luc. bis accus. 8.

Greek (Liddell-Scott)

παρδᾰλωτός: -ή, -όν, ὁ ἔχων στίγματα οἷα ἡ πάρδαλις, παρδαλός, κατεστιγμένοι καὶ παρδαλωτοὶ τὴν χρόαν Λουκ. Δὶς Κατηγ. 8.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
tacheté comme une panthère ou un léopard.
Étymologie: πάρδαλος.

Greek Monolingual

-ή, -όν, ΝΑ πάρδαλις
ποικιλόχρωμος, με στίγματα σαν της λεοπάρδαλης
νεοελλ.
(το αρσ. ως ουσ. ζωολ. ο παρδαλωτός
γένος μικρόσωμων ωδικών πουλιών της οικογένειας oicaeidae της τάξης στρουθιόμορφα.

Greek Monotonic

παρδᾰλωτός: -ή, -όν (όπως από παρδαλόω), αυτός που είναι πιτσιλωτός όπως η λεοπάρδαλη, σε Λουκ.

Russian (Dvoretsky)

παρδᾰλωτός: как у леопарда, леопардовый, т. е. пятнистый (π. τὴν χρόαν Luc.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

παρδαλωτός -ή -όν [πάρδαλις] gevlekt als een panter.

Middle Liddell

παρδᾰλωτός, ή, όν [as if from παρδαλόω]
spotted like the pard, Luc.