Ακαδήμεια: Difference between revisions
From LSJ
θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη µου → set a guard over my mouth, Lord; keep watch over the door of my lips | set a guard, O Lord, over my mouth; keep watch over the door of my lips (Psalm 140:3, Septuagint version)
(2) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[Ἀκαδήμεια]] και -ία, η (Α)<br /><b>1.</b> [[ιερό]] [[άλσος]] στα [[περίχωρα]] της Αρχαίας Αθήνας, που ονομάστηκε [[έτσι]] [[προς]] τιμήν του ήρωα Ακάδημου<br /><b>2.</b> η φιλοσοφική [[σχολή]] που ίδρυσε ο [[Πλάτων]] στον χώρο αυτό.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=[[Ἀκαδήμεια]] και -ία, η (Α)<br /><b>1.</b> [[ιερό]] [[άλσος]] στα [[περίχωρα]] της Αρχαίας Αθήνας, που ονομάστηκε [[έτσι]] [[προς]] τιμήν του ήρωα Ακάδημου<br /><b>2.</b> η φιλοσοφική [[σχολή]] που ίδρυσε ο [[Πλάτων]] στον χώρο αυτό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>Ἀκάδημος</i>.<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[ακαδημεικός]], [[ακαδημιακός]], <i>ακαδημικός</i><br /><b>αρχ.</b><br /><i>ἀκαδημαϊκός</i>, <i>ἀκαδημίηθεν</i>, <i>ἀκαδήμιος</i>]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 21:25, 29 December 2020
Greek Monolingual
Ἀκαδήμεια και -ία, η (Α)
1. ιερό άλσος στα περίχωρα της Αρχαίας Αθήνας, που ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του ήρωα Ακάδημου
2. η φιλοσοφική σχολή που ίδρυσε ο Πλάτων στον χώρο αυτό.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Ἀκάδημος.
ΠΑΡ. ακαδημεικός, ακαδημιακός, ακαδημικός
αρχ.
ἀκαδημαϊκός, ἀκαδημίηθεν, ἀκαδήμιος].