Πύθιον: Difference between revisions
διήλθομεν διὰ πυρὸς καὶ ὕδατος → we went through fire and water, we have gone through fire and water
m (Text replacement - " " to "") |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=τὸ, Α<br />[[ναός]] του Πυθίου Απόλλωνος.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=τὸ, Α<br />[[ναός]] του Πυθίου Απόλλωνος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. [[πύθιος]]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 21:40, 29 December 2020
English (LSJ)
[ῡ], τό, A temple of the Pythian Apollo at Athens, IG12.188.64, Th.2.15, Str.9.2.11, Paus.9.35.7; at Poeessa, IG12(5).1100 (v/iv B.C.).
Greek (Liddell-Scott)
Πύθιον: [ῡ], τό, ὁ ναὸς τοῦ Ἀπόλλωνος ἐν Πυθοῖ ἢ Δελφοῖς, Θουκ. 2. 15, Στράβ. 404· καὶ ἐν ἄλλοις τόποις, Παυσ. 9. 35, 7, κτλ.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
le sanctuaire d’Apollon à Pythô ou Delphes.
Étymologie: Πυθώ.
Greek Monolingual
τὸ, Α
ναός του Πυθίου Απόλλωνος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. πύθιος].
Greek Monotonic
Πύθιον: [ῡ], τό (Πυθώ), ο ναός του Πυθικού Απόλλωνα στους Δελφούς, σε Θουκ.
Russian (Dvoretsky)
Πύθιον: τό Пифий (храм Аполлона в Пифо или в Дельфах) Thuc.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
Πύθιον -ου, τό [πύθιος, νίκη] tempel van de Pythische Apollo.
Middle Liddell
Πύ¯θιον, ου, τό, Πυθώ
the temple of Pythian Apollo, Thuc.