Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

επιβάθρα: Difference between revisions

From LSJ
(13)
 
m (Text replacement - "εῑν " to "εῖν ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιβάθρα]], η (Α)<br /><b>1.</b> [[μεγάλη]] [[σκάλα]] για άνοδο στα τείχη [[κατά]] την έφοδο<br /><b>2.</b> [[σκάλα]] πλοίου<br /><b>3.</b> [[μέσο]] ή [[μέρος]] για [[προσέγγιση]] («ἐδόκει πλεῑν ἐπὶ τάς Ἀθήνας... ἐπιβάθραν τῆς Ἐλλάδος οὖσαν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[πρόφαση]]<br /><b>5.</b> [[κρηπίδα]] πολεμικών μηχανών<br /><b>6.</b> [[βάση]], [[θεμέλιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> [[βάθρα]] «[[σκάλα]]»].
|mltxt=[[ἐπιβάθρα]], η (Α)<br /><b>1.</b> [[μεγάλη]] [[σκάλα]] για άνοδο στα τείχη [[κατά]] την έφοδο<br /><b>2.</b> [[σκάλα]] πλοίου<br /><b>3.</b> [[μέσο]] ή [[μέρος]] για [[προσέγγιση]] («ἐδόκει πλεῖν ἐπὶ τάς Ἀθήνας... ἐπιβάθραν τῆς Ἐλλάδος οὖσαν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[πρόφαση]]<br /><b>5.</b> [[κρηπίδα]] πολεμικών μηχανών<br /><b>6.</b> [[βάση]], [[θεμέλιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> [[βάθρα]] «[[σκάλα]]»].
}}
}}

Latest revision as of 20:20, 26 March 2021

Greek Monolingual

ἐπιβάθρα, η (Α)
1. μεγάλη σκάλα για άνοδο στα τείχη κατά την έφοδο
2. σκάλα πλοίου
3. μέσο ή μέρος για προσέγγιση («ἐδόκει πλεῖν ἐπὶ τάς Ἀθήνας... ἐπιβάθραν τῆς Ἐλλάδος οὖσαν», Πλούτ.)
4. πρόφαση
5. κρηπίδα πολεμικών μηχανών
6. βάση, θεμέλιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + βάθρα «σκάλα»].