αὐτοφαής: Difference between revisions

From LSJ

Οὔκ ἔστιν οὕτω μῶρος ὃς θανεῖν ἐρᾷ → No one is so foolish that they wish to die

Sophocles, Antigone, 220
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και αυτοφανής [[αὐτοφαής]], -ές και [[αὐτοφανής]], -ές (Α)<br />αφ' [[εαυτού]] [[φανερός]], [[αυτόδηλος]], [[ολοφάνερος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[αυτοφαής]] <span style="color: red;"><</span> <i>αυτο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>φαής</i> <span style="color: red;"><</span> [[φάος]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[αμφιφαής]]) και ο τ. <i>αυτοφανής</i> <span style="color: red;"><</span> <i>αυτο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>φανής</i> <span style="color: red;"><</span> <i>εφάνην</i> (αόρ. του [[φαίνομαι]])].
|mltxt=και αυτοφανής [[αὐτοφαής]], -ές και [[αὐτοφανής]], -ές (Α)<br />αφ' [[εαυτού]] [[φανερός]], [[αυτόδηλος]], [[ολοφάνερος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[αυτοφαής]] <span style="color: red;"><</span> <i>αυτο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>φαής</i> <span style="color: red;"><</span> [[φάος]] ([[πρβλ]]. [[αμφιφαής]]) και ο τ. <i>αυτοφανής</i> <span style="color: red;"><</span> <i>αυτο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>φανής</i> <span style="color: red;"><</span> <i>εφάνην</i> (αόρ. του [[φαίνομαι]])].
}}
}}

Revision as of 08:35, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αὐτοφᾰής Medium diacritics: αὐτοφαής Low diacritics: αυτοφαής Capitals: ΑΥΤΟΦΑΗΣ
Transliteration A: autophaḗs Transliteration B: autophaēs Transliteration C: aftofais Beta Code: au)tofah/s

English (LSJ)

ές, = αὐτοφανής (self-appearing, personally appearing, self-revealing), Procl. Phil. Chald. p. 1 J. (s.v.l.).

Spanish (DGE)

-ές
plenamente visible ἡ αὐτοφαὴς τοῦ πυρὸς ἀποπλήρωσις Procl.Phil.Chald.1.

Greek Monolingual

και αυτοφανής αὐτοφαής, -ές και αὐτοφανής, -ές (Α)
αφ' εαυτού φανερός, αυτόδηλος, ολοφάνερος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. αυτοφαής < αυτο- + -φαής < φάος (πρβλ. αμφιφαής) και ο τ. αυτοφανής < αυτο- + -φανής < εφάνην (αόρ. του φαίνομαι)].