ιππιοχάρμης: Difference between revisions

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
(17)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἱππιοχάρμης]], ὁ (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που μάχεται [[πάνω]] σε [[άρμα]]<br /><b>2.</b> [[αναβάτης]] ίππου, [[ιππέας]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> <b>ως επίθ.</b> «[[ἱππιοχάρμης]] [[κλόνος]]» — ο [[θόρυβος]] της συμπλοκής τών ιππέων (<b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἵππιος]] <span style="color: red;">+</span> -[[χάρμης]] (<span style="color: red;"><</span> [[χάρμη]] «[[χαρά]], [[ενθουσιασμός]]» <span style="color: red;"><</span> [[χαίρω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>θρασυ</i>-[[χάρμης]], <i>χαλκο</i>-[[χάρμης]]].
|mltxt=[[ἱππιοχάρμης]], ὁ (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που μάχεται [[πάνω]] σε [[άρμα]]<br /><b>2.</b> [[αναβάτης]] ίππου, [[ιππέας]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> <b>ως επίθ.</b> «[[ἱππιοχάρμης]] [[κλόνος]]» — ο [[θόρυβος]] της συμπλοκής τών ιππέων (<b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἵππιος]] <span style="color: red;">+</span> -[[χάρμης]] (<span style="color: red;"><</span> [[χάρμη]] «[[χαρά]], [[ενθουσιασμός]]» <span style="color: red;"><</span> [[χαίρω]]), [[πρβλ]]. <i>θρασυ</i>-[[χάρμης]], <i>χαλκο</i>-[[χάρμης]]].
}}
}}

Revision as of 10:00, 23 August 2021

Greek Monolingual

ἱππιοχάρμης, ὁ (Α)
1. αυτός που μάχεται πάνω σε άρμα
2. αναβάτης ίππου, ιππέας
3. φρ. ως επίθ. «ἱππιοχάρμης κλόνος» — ο θόρυβος της συμπλοκής τών ιππέων (Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἵππιος + -χάρμης (< χάρμη «χαρά, ενθουσιασμός» < χαίρω), πρβλ. θρασυ-χάρμης, χαλκο-χάρμης].