κισσόπληκτος: Difference between revisions

From LSJ

Ἔνεισι καὶ γυναιξὶ σώφρονες τρόποι → Insunt modesti mores etiam mulieri → Auch Frauen haben in sich weise Lebensart

Menander, Monostichoi, 160
(20)
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κισσόπληκτος]] (Α)<br /><b>φρ.</b> «μέλεα κισσόπληκτα» — [[μέλη]] χτυπημένα από κισσό, από τον θύρσο, από βακχική [[μανία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κισσός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>πληκτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πλήσσω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ηλό</i>-<i>πληκτος</i>, <i>κεραυνό</i>-<i>πληκτος</i>].
|mltxt=[[κισσόπληκτος]] (Α)<br /><b>φρ.</b> «μέλεα κισσόπληκτα» — [[μέλη]] χτυπημένα από κισσό, από τον θύρσο, από βακχική [[μανία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κισσός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>πληκτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πλήσσω]]), [[πρβλ]]. <i>ηλό</i>-<i>πληκτος</i>, <i>κεραυνό</i>-<i>πληκτος</i>].
}}
}}

Revision as of 13:30, 23 August 2021

German (Pape)

[Seite 1442] mit Epheu oder mit den Thyrsusstäben geschlagen, die mit Epheu umwunden waren, d. i. in bacchische Begeisterung gesetzt; μέλη κισσόπληκτα heißen bei Antiphan. Ath. XIV, 643 e die Lieder der Dithyrambendichter.

Greek Monolingual

κισσόπληκτος (Α)
φρ. «μέλεα κισσόπληκτα» — μέλη χτυπημένα από κισσό, από τον θύρσο, από βακχική μανία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κισσός + -πληκτος (< πλήσσω), πρβλ. ηλό-πληκτος, κεραυνό-πληκτος].