κνιδόζωα: Difference between revisions
From LSJ
νὺξ μὲν ἐμὸν κατέχει ζωῆς φάος ὑπνοδοτείρη → sleep-giving night hath quenched my light of life | sleep-giving night covers my light of life | night, the giver of sleep, holds the light of my life
(20) |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=τα<br /><b>ζωολ.</b> σημαντικό [[φύλο]] υδρόβιων, [[κυρίως]] θαλάσσιων, ασπόνδυλων ζώων, που περιλαμβάνει γνωστές μορφές, όπως τις μέδουσες, τους υδροπολύποδες, τα κοράλλια, τις θαλάσσιες ανεμώνες κ.ά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., | |mltxt=τα<br /><b>ζωολ.</b> σημαντικό [[φύλο]] υδρόβιων, [[κυρίως]] θαλάσσιων, ασπόνδυλων ζώων, που περιλαμβάνει γνωστές μορφές, όπως τις μέδουσες, τους υδροπολύποδες, τα κοράλλια, τις θαλάσσιες ανεμώνες κ.ά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. αγγλ. <i>cnidaria</i> <span style="color: red;"><</span> <i>cnid</i>- ([[πρβλ]]. [[κνίδη]] «[[τσουκνίδα]]») <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>aria</i> (<span style="color: red;"><</span> λατ. -<i>arius</i>), που αποδίδεται ως -<i>ζωα</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>ζώο</i>)]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 13:35, 23 August 2021
Greek Monolingual
τα
ζωολ. σημαντικό φύλο υδρόβιων, κυρίως θαλάσσιων, ασπόνδυλων ζώων, που περιλαμβάνει γνωστές μορφές, όπως τις μέδουσες, τους υδροπολύποδες, τα κοράλλια, τις θαλάσσιες ανεμώνες κ.ά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cnidaria < cnid- (πρβλ. κνίδη «τσουκνίδα») + κατάλ. -aria (< λατ. -arius), που αποδίδεται ως -ζωα (< ζώο)].