ιξοφάγος: Difference between revisions

From LSJ

Θησεύς τινʹ ἡμάρτηκεν ἐς σʹ ἁμαρτίαν; (Euripides, Hippolytus 319) → Hath Theseus wronged thee in any wise?

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰξοφάγος]], -ον (Α)<br />[[ιξοβόρος]], αυτός που τρώει τον ιξό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἰξός]] <span style="color: red;">+</span> -[[φάγος]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>φαγ</i>- του <i>ἔ</i>-<i>φαγ</i>-<i>ον</i> που χρησιμεύει ως αόρ. β' του [[ἐσθίω]]), [[πρβλ]]. <i>σαρκο</i>-[[φάγος]], <i>φυτο</i>-[[φάγος]].
|mltxt=[[ἰξοφάγος]], -ον (Α)<br />[[ιξοβόρος]], αυτός που τρώει τον ιξό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἰξός]] <span style="color: red;">+</span> -[[φάγος]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>φαγ</i>- του <i>ἔ</i>-<i>φαγ</i>-<i>ον</i> που χρησιμεύει ως αόρ. β' του [[ἐσθίω]]), [[πρβλ]]. [[σαρκοφάγος]], [[φυτοφάγος]].
}}
}}

Latest revision as of 07:35, 24 August 2021

Greek Monolingual

ἰξοφάγος, -ον (Α)
ιξοβόρος, αυτός που τρώει τον ιξό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰξός + -φάγος (< θ. φαγ- του -φαγ-ον που χρησιμεύει ως αόρ. β' του ἐσθίω), πρβλ. σαρκοφάγος, φυτοφάγος.