μυστακοδέτης: Difference between revisions
From LSJ
πᾶσα γυνὴ τοῦ λύχνου ἀρθέντος ἡ αὐτή ἐστι → all women are the same in the dark, all women are the same when the lights go out
(26) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\." to "πρβλ. $2$4.") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο<br />ο [[μουστακοδέτης]], [[είδος]] ταινίας με την οποία οι παλαιότεροι έδεναν το [[μουστάκι]], για να πάρει ορισμένο [[σχήμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μύσταξ]], -<i>ακος</i> <span style="color: red;">+</span> -[[δέτης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>δέω</i>), | |mltxt=ο<br />ο [[μουστακοδέτης]], [[είδος]] ταινίας με την οποία οι παλαιότεροι έδεναν το [[μουστάκι]], για να πάρει ορισμένο [[σχήμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μύσταξ]], -<i>ακος</i> <span style="color: red;">+</span> -[[δέτης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>δέω</i>), [[πρβλ]]. [[λαιμοδέτης]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 13:25, 25 August 2021
Greek Monolingual
ο
ο μουστακοδέτης, είδος ταινίας με την οποία οι παλαιότεροι έδεναν το μουστάκι, για να πάρει ορισμένο σχήμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύσταξ, -ακος + -δέτης (< δέω), πρβλ. λαιμοδέτης.