πολυδίνητος: Difference between revisions
From LSJ
καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)
m (Text replacement - "v. l." to "v.l.") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=polydinitos | |Transliteration C=polydinitos | ||
|Beta Code=poludi/nhtos | |Beta Code=poludi/nhtos | ||
|Definition=[ῑ], ον, | |Definition=[ῑ], ον, [[much-whirled]], φύλλον <span class="bibl">D.P.407</span>. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 15:26, 23 August 2022
English (LSJ)
[ῑ], ον, much-whirled, φύλλον D.P.407.
German (Pape)
[Seite 662] viel oder sehr gedreht, gewirbelt, gewunden, D. Per. 407, v.l. περιδίνητος.
Greek (Liddell-Scott)
πολῠδίνητος: -ον, ὁ πολλὰς ἐπικλάσεις καὶ καμπὰς ἔχων, φύλλῳ δ’ ἤπειρος πολυδινήτῳ περίμετρος, περὶ τῆς Πελοποννήσου ἧς τὸ σχῆμα εἶναι ὅμοιον πρὸς φύλλον πλατάνου, Διον. Περιηγ. 407.
Greek Monolingual
-ον, Α
1. αυτός που έχει πολλές καμπές, πολύκαμπτος («φύλλῳ δ' ἤπειρος πολυδινήτῳ περίμετρος» — λεγόταν για την Πελοπόννησο, της οποίας το σχήμα μοιάζει με φύλλο πλατάνου, Δίον.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + δινητός (< δινῶ), πρβλ. αει-δίνητος].