πολιάτας: Difference between revisions

From LSJ

ἐπὶ ξυροῦ γὰρ ἀκμῆς ἔχεται ἡμῖν τὰ πρήγματα → our affairs are balanced on a razor's edge, our affairs are set upon the razor's edge

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "<br \/>   <b>1<\/b> (?s)(?!.*<br \/><b>)(?!.* <b>)" to "")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>πολιᾱτας</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[citizen]] [[κέρδος]] ὕψιστον δέκεται πολιατᾶν καὶ [[ξένων]] γλώσσας [[ἄωτον]] (I. 1.51)
|sltr=<b>πολιᾱτας</b> [[citizen]] [[κέρδος]] ὕψιστον δέκεται πολιατᾶν καὶ [[ξένων]] γλώσσας [[ἄωτον]] (I. 1.51)
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 11:35, 3 September 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολιάτας Medium diacritics: πολιάτας Low diacritics: πολιάτας Capitals: ΠΟΛΙΑΤΑΣ
Transliteration A: poliátas Transliteration B: poliatas Transliteration C: poliatas Beta Code: polia/tas

English (LSJ)

[ᾱτ], α, ὁ, Aeol. and Dor. for πολιήτης, opp. ξένος, Alc.Supp.14.6, Id.Oxy.1233 Fr.22.3, Pi.I.1.51, Leg.Gort.10.35, lsyll. 21.

German (Pape)

[Seite 655] ὁ, dor. = πολιήτης, Pind. I. 1, 51, im Ggstz von ξένος.

Greek (Liddell-Scott)

πολιάτας: ὁ, Δωρ. ἀντὶ τοῦ πολιήτης, ἀντίθετον τῷ ξεῖνος, Πινδ. Ι. 1. 74.

English (Slater)

πολιᾱτας citizen κέρδος ὕψιστον δέκεται πολιατᾶν καὶ ξένων γλώσσας ἄωτον (I. 1.51)

Greek Monolingual

ὁ, θηλ. πολιᾱτις, -άτιδος, Α
(αιολ. και δωρ. τ. του πολιήτης) βλ. πολίτης.

Greek Monotonic

πολιάτας: ὁ, Δωρ. αντί πολιήτης, αντίθ. προς ξεῖνος, σε Πίνδ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πολιάτας -α, ὁ Aeol. en Dor. voor πολιήτης.

Russian (Dvoretsky)

πολιάτας: ου (ᾱτ) ὁ дор. Pind. = πολιήτης.