ἀνομοθέτητος: Difference between revisions

From LSJ

Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news

Sophocles, Antigone, 277
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=a)nomoqe/thtos
|Beta Code=a)nomoqe/thtos
|Definition=ον, [[unregulated by law]], <span class="bibl">Pl.<span class="title">Lg.</span>781a</span>, <span class="bibl">785a</span>, <span class="bibl">Arist. <span class="title">Pol.</span>1269b19</span>; ἄγραφον καὶ ἀ. φύσεως δίκαιον <span class="bibl">D.H.7.41</span>.
|Definition=ον, [[unregulated by law]], <span class="bibl">Pl.<span class="title">Lg.</span>781a</span>, <span class="bibl">785a</span>, <span class="bibl">Arist. <span class="title">Pol.</span>1269b19</span>; ἄγραφον καὶ ἀ. φύσεως δίκαιον <span class="bibl">D.H.7.41</span>.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que no está regulado por ley]] τὸ δὲ περὶ τὰς γυναῖκας οὐδαμῶς ὀρθῶς ἀνομοθέτητον μεθεῖται Pl.<i>Lg</i>.781a, (τοιαῦτα) ἀνομοθέτητα σιγῇ κείσθω Pl.<i>Lg</i>.785a, τὸ ἥμισυ τῆς πόλεως εἶναι [[δεῖ]] νομίζειν ἀνομοθέτητον Arist.<i>Pol</i>.1269<sup>b</sup>19, ἀνομοθετήτῳ φύσεως δικαίῳ justicia natural no regulada por ley</i> D.H.7.41.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνομοθέτητος''': -ον, ὁ [[ἄνευ]] νομοθετήσεως, [[ἄνευ]] νόμου, ἄτακτος, Πλάτ. Νόμ. 785Α, 781Α, Ἀριστ. Πολ. 2. 9, 5. 2) ὁ μὴ κανονιζόμενος ὑπὸ νόμου, Διονυσ. Ἁλ. 7. 41.
|lstext='''ἀνομοθέτητος''': -ον, ὁ [[ἄνευ]] νομοθετήσεως, [[ἄνευ]] νόμου, ἄτακτος, Πλάτ. Νόμ. 785Α, 781Α, Ἀριστ. Πολ. 2. 9, 5. 2) ὁ μὴ κανονιζόμενος ὑπὸ νόμου, Διονυσ. Ἁλ. 7. 41.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que no está regulado por ley]] τὸ δὲ περὶ τὰς γυναῖκας οὐδαμῶς ὀρθῶς ἀνομοθέτητον μεθεῖται Pl.<i>Lg</i>.781a, (τοιαῦτα) ἀνομοθέτητα σιγῇ κείσθω Pl.<i>Lg</i>.785a, τὸ ἥμισυ τῆς πόλεως εἶναι [[δεῖ]] νομίζειν ἀνομοθέτητον Arist.<i>Pol</i>.1269<sup>b</sup>19, ἀνομοθετήτῳ φύσεως δικαίῳ justicia natural no regulada por ley</i> D.H.7.41.
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 13:20, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνομοθέτητος Medium diacritics: ἀνομοθέτητος Low diacritics: ανομοθέτητος Capitals: ΑΝΟΜΟΘΕΤΗΤΟΣ
Transliteration A: anomothétētos Transliteration B: anomothetētos Transliteration C: anomothetitos Beta Code: a)nomoqe/thtos

English (LSJ)

ον, unregulated by law, Pl.Lg.781a, 785a, Arist. Pol.1269b19; ἄγραφον καὶ ἀ. φύσεως δίκαιον D.H.7.41.

Spanish (DGE)

-ον
que no está regulado por ley τὸ δὲ περὶ τὰς γυναῖκας οὐδαμῶς ὀρθῶς ἀνομοθέτητον μεθεῖται Pl.Lg.781a, (τοιαῦτα) ἀνομοθέτητα σιγῇ κείσθω Pl.Lg.785a, τὸ ἥμισυ τῆς πόλεως εἶναι δεῖ νομίζειν ἀνομοθέτητον Arist.Pol.1269b19, ἀνομοθετήτῳ φύσεως δικαίῳ justicia natural no regulada por ley D.H.7.41.

German (Pape)

[Seite 240] nicht gesetzlich geordnet, Plat. Legg. VI, 780 a ff; D. Hal. 7, 41.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνομοθέτητος: -ον, ὁ ἄνευ νομοθετήσεως, ἄνευ νόμου, ἄτακτος, Πλάτ. Νόμ. 785Α, 781Α, Ἀριστ. Πολ. 2. 9, 5. 2) ὁ μὴ κανονιζόμενος ὑπὸ νόμου, Διονυσ. Ἁλ. 7. 41.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀνομοθέτητος, -ον)
1. αυτός που δεν ορίστηκε, δεν διευθετήθηκε με νόμο
2. αυτός που δεν προσαρμόζεται στα νομοθετημένα, αρρύθμιστος.

Russian (Dvoretsky)

ἀνομοθέτητος:
1) не предусмотренный законом (ἀνομοθέτη κεῖσθαι Plat.);
2) не упорядоченный законами, живущий без законов (τὸ ἥμισυ τῆς πόλεως Arst.).