Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἑκατόμπους: Difference between revisions

From LSJ

Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Euripides, Suppliants, 968
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0752.png Seite 752]] οδος, hundertfüßig, von den (50 od. 100?) Nereiden, Soph. O. C. 718.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0752.png Seite 752]] οδος, hundertfüßig, von den (50 od. 100?) Nereiden, Soph. O. C. 718.
}}
{{bailly
|btext=ους, ουν ; <i>gén.</i> όποδος<br />à cent pieds.<br />'''Étymologie:''' [[ἑκατόν]], [[πούς]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἑκᾰτόμπους''': ὁ, ἡ, ὁ ἔχων ἑκατὸν πόδας· τὸ ἐν Σοφ. Ο. Κ. 718, ἑκατόμποδες Νηρηΐδες, τινὲς ἑρμηνεύουσι κατὰ λέξιν, αἱ 50 Νηρηίδες (ὁ [[ἀριθμός|ἀριθμὸς]] ὁ ὁριζόμενος ἐν Ἡσ. Θ. 264, Εὐρ. Ι. Τ. 427), ἕτεροι, αἱ 100 Νηρηίδες (Πλάτ. Κριτί. 116Ε), καὶ ἄλλοι παραδέχονται [[ἁπλῶς]] τὴν ἔννοιαν τῆς πληθύος, ἴδε σημ. Jebb καὶ πρβλ. [[ἑκατόγγυιος]], [[ὀκτάπους]].
|lstext='''ἑκᾰτόμπους''': ὁ, ἡ, ὁ ἔχων ἑκατὸν πόδας· τὸ ἐν Σοφ. Ο. Κ. 718, ἑκατόμποδες Νηρηΐδες, τινὲς ἑρμηνεύουσι κατὰ λέξιν, αἱ 50 Νηρηίδες (ὁ [[ἀριθμός|ἀριθμὸς]] ὁ ὁριζόμενος ἐν Ἡσ. Θ. 264, Εὐρ. Ι. Τ. 427), ἕτεροι, αἱ 100 Νηρηίδες (Πλάτ. Κριτί. 116Ε), καὶ ἄλλοι παραδέχονται [[ἁπλῶς]] τὴν ἔννοιαν τῆς πληθύος, ἴδε σημ. Jebb καὶ πρβλ. [[ἑκατόγγυιος]], [[ὀκτάπους]].
}}
{{bailly
|btext=ους, ουν ; <i>gén.</i> όποδος<br />à cent pieds.<br />'''Étymologie:''' [[ἑκατόν]], [[πούς]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 15:44, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑκᾰτόμπους Medium diacritics: ἑκατόμπους Low diacritics: εκατόμπους Capitals: ΕΚΑΤΟΜΠΟΥΣ
Transliteration A: hekatómpous Transliteration B: hekatompous Transliteration C: ekatompous Beta Code: e(kato/mpous

English (LSJ)

ποδος, ὁ, ἡ, hundred-footed: in S. OC718 (lyr.), ἑκατόμποδες Νηρηΐδες, some take it literally to mean the 50 Nereids (the number assigned to them by Hes.Th.264, Pi.I.6(5).6, A.Fr.174, E.IT427), others the 100 Nereids (Pl.Criti. 116e), others merely to express a notion of multitude.

Spanish (DGE)

(ἑκᾰτόμπους) -ουν
1 que tiene cien pies, prob. como equiv. de innúmero, múltiple τῶν ἑκατομπόδων Νηρῄδων ἀκόλουθος S.OC 718, cf. Sch.S.OC 718M.
2 como medida de cien pies νεὼν ... οὐ παρὰ πολὺ τῶν ἑκατομπόδων un templo no muy inferior a los cien pies Philostr.VA 2.20.

German (Pape)

[Seite 752] οδος, hundertfüßig, von den (50 od. 100?) Nereiden, Soph. O. C. 718.

French (Bailly abrégé)

ους, ουν ; gén. όποδος
à cent pieds.
Étymologie: ἑκατόν, πούς.

Greek (Liddell-Scott)

ἑκᾰτόμπους: ὁ, ἡ, ὁ ἔχων ἑκατὸν πόδας· τὸ ἐν Σοφ. Ο. Κ. 718, ἑκατόμποδες Νηρηΐδες, τινὲς ἑρμηνεύουσι κατὰ λέξιν, αἱ 50 Νηρηίδες (ὁ ἀριθμὸς ὁ ὁριζόμενος ἐν Ἡσ. Θ. 264, Εὐρ. Ι. Τ. 427), ἕτεροι, αἱ 100 Νηρηίδες (Πλάτ. Κριτί. 116Ε), καὶ ἄλλοι παραδέχονται ἁπλῶς τὴν ἔννοιαν τῆς πληθύος, ἴδε σημ. Jebb καὶ πρβλ. ἑκατόγγυιος, ὀκτάπους.

Greek Monolingual

ἑκατόμπους, ο, η (Α)
αυτός που έχει εκατό πόδια («ἑκατόμποδων Νηρῄδων»).

Greek Monotonic

ἑκᾰτόμπους: ὁ, ἡ, αυτός που έχει εκατό πόδια, σε Σοφ.

Russian (Dvoretsky)

ἑκατόμπους: 2, gen. ποδος стоногий: αἱ ἑκατόμποδοι Νηρῇδες Soph. пятьдесят (или множество) Нереид.

Middle Liddell

hundred-footed, Soph.