ἐπιστολογράφος: Difference between revisions

From LSJ

Γῆ πάντα τίκτει καὶ πάλιν κομίζεται → Tellus ut edit, ita resorbet omnia → Die Erde alles gebiert und wieder in sich birgt

Menander, Monostichoi, 89
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0985.png Seite 985]] ὁ, Briefschreiber, Secretär, Pol. 31, 3, 16. Vgl. [[ἐπιστολιαγράφος]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0985.png Seite 985]] ὁ, Briefschreiber, Secretär, Pol. 31, 3, 16. Vgl. [[ἐπιστολιαγράφος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιστολογράφος:''' (ᾰ) ὁ писец, секретарь Polyb.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, η (AM [[ἐπιστολογράφος]])<br />ο [[γραμματέας]] που γράφει επιστολές<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ο [[συντάκτης]] επιστολής<br /><b>2.</b> ο [[ικανός]] να γράφει επιστολές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[επιστολή]] <span style="color: red;">+</span> -[[γράφος]] (<span style="color: red;"><</span> [[γράφω]])].
|mltxt=ο, η (AM [[ἐπιστολογράφος]])<br />ο [[γραμματέας]] που γράφει επιστολές<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ο [[συντάκτης]] επιστολής<br /><b>2.</b> ο [[ικανός]] να γράφει επιστολές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[επιστολή]] <span style="color: red;">+</span> -[[γράφος]] (<span style="color: red;"><</span> [[γράφω]])].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιστολογράφος:''' (ᾰ) ὁ писец, секретарь Polyb.
}}
}}

Revision as of 19:47, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιστολογράφος Medium diacritics: ἐπιστολογράφος Low diacritics: επιστολογράφος Capitals: ΕΠΙΣΤΟΛΟΓΡΑΦΟΣ
Transliteration A: epistolográphos Transliteration B: epistolographos Transliteration C: epistolografos Beta Code: e)pistologra/fos

English (LSJ)

ὁ, letter writer, secretary, OGI139.14 (Ptol.), 194.24 (i B.C.), PTeb.112.87 (ii B.C.), UPZ108.34 (i B.C.), PPar.70; cf. ἐπιστολαγράφος.

German (Pape)

[Seite 985] ὁ, Briefschreiber, Secretär, Pol. 31, 3, 16. Vgl. ἐπιστολιαγράφος.

Russian (Dvoretsky)

ἐπιστολογράφος: (ᾰ) ὁ писец, секретарь Polyb.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιστολογράφος: ὁ, (γράφω) ὁ γράφων ἐπιστολάς, γραμματεύς, Πολύβ. (31. 3, 16) παρ’ Ἀθην. 195Β, Ἐπιγραφ. Αἰγ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 5717. 24.

Greek Monolingual

ο, η (AM ἐπιστολογράφος)
ο γραμματέας που γράφει επιστολές
νεοελλ.
1. ο συντάκτης επιστολής
2. ο ικανός να γράφει επιστολές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιστολή + -γράφος (< γράφω)].