αναγωγέας: Difference between revisions
From LSJ
τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ δίμοιρον αἰνῶ, καὶ δίκᾳ δίκας ἕπεσθαι, ξὺν εὐχαῖς ἐμαῖς, λυτηρίοις μηχαναῖς θεοῦ πάρα → I approve the better kind of evil, the two-thirds kind, and that, in accordance with my prayers, through contrivances bringing salvation at the god’s hand
(3) |
m (Text replacement - "εῑς" to "εῖς") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (ΑΜ [[ἀναγωγεύς]]) [[ἀναγωγή]]<br />αυτός που οδηγεί [[κάτι]] από [[κάτω]] [[προς]] τα [[επάνω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που μετατρέπει [[κάτι]] στην απλούστερη [[μορφή]] του<br /><b>μσν.</b><br />[[ιμάντας]] για την [[ανάρτηση]] και τη [[μεταφορά]] της ασπίδας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>στον πληθ.</b> <i>οἱ | |mltxt=ο (ΑΜ [[ἀναγωγεύς]]) [[ἀναγωγή]]<br />αυτός που οδηγεί [[κάτι]] από [[κάτω]] [[προς]] τα [[επάνω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που μετατρέπει [[κάτι]] στην απλούστερη [[μορφή]] του<br /><b>μσν.</b><br />[[ιμάντας]] για την [[ανάρτηση]] και τη [[μεταφορά]] της ασπίδας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>στον πληθ.</b> <i>οἱ ἀναγωγεῖς</i><br />τα λουριά με τα οποία στερεώνονταν τα σανδάλια στα πόδια. | ||
}} | }} |