ταυρωπός: Difference between revisions
τοῖς οἰκείοις συκοφαντίαν δέδωκεν → has given to his friends an opportunity for chicane, has offered to his friends the right of vindictive prosecution
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
(CSV import) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-όν, θηλ. και [[ταυρώπις]], -ώπιδος, ΜΑ, και δ. γρφ. [[ταυρώψ]], -ῶπος, ό, ἡ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει όψη ταύρου, [[ταυροειδής]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> <i>Ταυρῶπις</i>, -<i>ώπιδος</i><br />[[προσωνυμία]] της Ίσιδος στη Σαμοθράκη<br /><b>3.</b> (<b>το αρσ. και θηλ.</b>) [[επίκληση]] τών θεών Διονύσου, Αρτέμιδος, Εκάτης και Σελήνης<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>ταυρωπόν</i><br />σαν [[ταύρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ταῦρος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ωψ</i> /-<i>ωπός</i> (<b>βλ. λ.</b> [[ὄπωπα]]), <b>πρβλ.</b> <i>τερατ</i>-<i>ωπός</i>]. | |mltxt=-όν, θηλ. και [[ταυρώπις]], -ώπιδος, ΜΑ, και δ. γρφ. [[ταυρώψ]], -ῶπος, ό, ἡ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει όψη ταύρου, [[ταυροειδής]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> <i>Ταυρῶπις</i>, -<i>ώπιδος</i><br />[[προσωνυμία]] της Ίσιδος στη Σαμοθράκη<br /><b>3.</b> (<b>το αρσ. και θηλ.</b>) [[επίκληση]] τών θεών Διονύσου, Αρτέμιδος, Εκάτης και Σελήνης<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>ταυρωπόν</i><br />σαν [[ταύρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ταῦρος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ωψ</i> /-<i>ωπός</i> (<b>βλ. λ.</b> [[ὄπωπα]]), <b>πρβλ.</b> <i>τερατ</i>-<i>ωπός</i>]. | ||
}} | |||
{{elmes | |||
|esmgtx=-όν [[que tiene aspecto de toro]] de Selene ἐπάκουσον ἐμῶν ἱερῶν ἐπαοιδῶν, ... φιλήρεμε, ταυροκάρηνε, ὄμμα δέ σοι ταυρωπόν <b class="b3">escucha mis sagrados cánticos, tú, amante de la soledad, que tienes cabeza de toro, tu aspecto es de toro</b> P IV 2810 | |||
}} | }} |
Revision as of 15:20, 15 October 2022
English (LSJ)
όν, (ὤψ) bull-faced, Ion Lyr.9, Orph.H.29.4, Corn.ND 22: neut. as adverb, ταυρωπὸν ἀποβλεψάμενοι Ph.1.602: fem. ταυρ-ῶπις, Nonn.D.32.69; epithet of Isis in Samothrace, POxy.1380.107 (ii A.D.).
German (Pape)
[Seite 1074] mit einem Stietgesichte od. -blicke; Ion bei Ath. I, 35 e; Dionysos, Hymn. (IX, 524, 20).
Greek (Liddell-Scott)
ταυρωπός: -όν, (ὤψ) ὁ ἔχων πρόσωπον ταύρου ἢ ταυροειδές, Ἴων 9, Ὀρφ. Ὕμν. 29. 4· μετὰ διαφ. γραφ. ταυρώψ, Κορνοῦτ. π. Θεῶν Φύσ. 22· θηλ. ταυρῶπις, Νόνν. Δ. 32. 69.
Spanish
Greek Monolingual
-όν, θηλ. και ταυρώπις, -ώπιδος, ΜΑ, και δ. γρφ. ταυρώψ, -ῶπος, ό, ἡ, Α
1. αυτός που έχει όψη ταύρου, ταυροειδής
2. το θηλ. Ταυρῶπις, -ώπιδος
προσωνυμία της Ίσιδος στη Σαμοθράκη
3. (το αρσ. και θηλ.) επίκληση τών θεών Διονύσου, Αρτέμιδος, Εκάτης και Σελήνης
αρχ.
(το ουδ. ως επίρρ.) ταυρωπόν
σαν ταύρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταῦρος + -ωψ /-ωπός (βλ. λ. ὄπωπα), πρβλ. τερατ-ωπός].
Léxico de magia
-όν que tiene aspecto de toro de Selene ἐπάκουσον ἐμῶν ἱερῶν ἐπαοιδῶν, ... φιλήρεμε, ταυροκάρηνε, ὄμμα δέ σοι ταυρωπόν escucha mis sagrados cánticos, tú, amante de la soledad, que tienes cabeza de toro, tu aspecto es de toro P IV 2810