συνιδρύω: Difference between revisions

From LSJ

Οὐ χρὴ φέρειν τὰ πρόσθεν ἐν μνήμῃ κακά → Mala pristina haud oportet ferre in memoria → Du darfst nicht im Gedächtnis tragen früheres Leid

Menander, Monostichoi, 435
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (pape replacement)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ<br />[[ιδρύω]] [[κάτι]] από κοινού με άλλον ή με άλλους.
|mltxt=ΝΜΑ<br />[[ιδρύω]] [[κάτι]] από κοινού με άλλον ή με άλλους.
}}
{{pape
|ptext=([[ἱδρύω]]), <i>mit, [[zugleich]] [[aufstellen]], Schol. Ar. Ran</i>. 326.
}}
}}

Revision as of 16:42, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνιδρύω Medium diacritics: συνιδρύω Low diacritics: συνιδρύω Capitals: ΣΥΝΙΔΡΥΩ
Transliteration A: synidrýō Transliteration B: synidryō Transliteration C: synidryo Beta Code: sunidru/w

English (LSJ)

dedicate together with, Καίσαρα τοῖς θεοῖς App.BC5.132:— Pass., συνιδρῦσθαι Ἑρμῇ Ath.13.561d:—Med., Sch.Pi.P.3.137.

Greek (Liddell-Scott)

συνιδρύω: ἱδρύω ὁμοῦ, συναφιερώνω ἄγαλμα ἢ βωμόν, κλπ., καὶ αὐτὸν (δηλ. τὸν Καίσαρα) αἱ πόλεις τοῖς σφετέροις θεοῖς συνίδρυον Ἀππ. Ἐμφυλ. 5. 132. ― Παθ., συνιδρῦσθαι Ἑρμῇ Ἀθήν. 561D. ― Μέσ., Σχόλ. εἰς Πινδ. Π. 3. 137.

Greek Monolingual

ΝΜΑ
ιδρύω κάτι από κοινού με άλλον ή με άλλους.

German (Pape)

(ἱδρύω), mit, zugleich aufstellen, Schol. Ar. Ran. 326.