ἀγυρτεύω: Difference between revisions

From LSJ

τῷ ἄφρονι περιττεύει τὸ πάθος → the stupid man is carried away by passion

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2")
m (pape replacement)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀγυρτεύω''': σω, εἶμαι [[ἀγύρτης]], Στρ. 7, ἀποσπ. 18, σ. 78, Περὶ τάς τελετὰς τῶν ὀργιασμῶν ἀγυρτεύοντα τό πρῶτον, και Γρηγ. Νύσσ. ΙΙ, 261Β. Ἰατροῦ τινος τῶν ἀγυρτευόντων, κτλ.
|lstext='''ἀγυρτεύω''': σω, εἶμαι [[ἀγύρτης]], Στρ. 7, ἀποσπ. 18, σ. 78, Περὶ τάς τελετὰς τῶν ὀργιασμῶν ἀγυρτεύοντα τό πρῶτον, και Γρηγ. Νύσσ. ΙΙ, 261Β. Ἰατροῦ τινος τῶν ἀγυρτευόντων, κτλ.
}}
{{pape
|ptext=<i>[[betteln]]</i>, Suid.
}}
}}

Revision as of 16:46, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀγῠρτεύω Medium diacritics: ἀγυρτεύω Low diacritics: αγυρτεύω Capitals: ΑΓΥΡΤΕΥΩ
Transliteration A: agyrteúō Transliteration B: agyrteuō Transliteration C: agyrteyo Beta Code: a)gurteu/w

English (LSJ)

live by begging as a vagabond, ἀπὸ μουσικῆς καὶ μαντικῆς Str.7Fr.18, cf. Sch.Luc.Alex.13.

Spanish (DGE)

vivir de limosna de adivinos ambulantes ἀπὸ μουσικῆς καὶ μαντικῆς Str.7.fr.18, de médicos, Gr.Nyss.Eun.1.42, cf. Sch.Luc.Alex.13.

Greek (Liddell-Scott)

ἀγυρτεύω: σω, εἶμαι ἀγύρτης, Στρ. 7, ἀποσπ. 18, σ. 78, Περὶ τάς τελετὰς τῶν ὀργιασμῶν ἀγυρτεύοντα τό πρῶτον, και Γρηγ. Νύσσ. ΙΙ, 261Β. Ἰατροῦ τινος τῶν ἀγυρτευόντων, κτλ.

German (Pape)

betteln, Suid.