τροχηλασία: Difference between revisions
From LSJ
οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη → for by so doing we shall also celebrate therewith the noble birth of these heroes
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (pape replacement) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἡ, Α [[τροχήλατης]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] του τροχηλατῶ, [[οδήγηση]] άρματος, [[αρματηλασία]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> το ευμετάβλητο της ανθρώπινης ζωής. | |mltxt=ἡ, Α [[τροχήλατης]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] του τροχηλατῶ, [[οδήγηση]] άρματος, [[αρματηλασία]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> το ευμετάβλητο της ανθρώπινης ζωής. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ἡ, <i>das [[Wagenlenken]], [[Fahren]]</i>, überh. <i>[[Bewegung]]</i>, Hippocr. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:01, 24 November 2022
English (LSJ)
ἡ, locomotion, metaph. of the mutability of human life, Hp.Ep.17.
Greek (Liddell-Scott)
τροχηλᾰσία: ἡ, τὸ τροχηλατεῖν, ἡ τῶν τροχῶν περιφορά, ἁρματηλασία, Ἱππ. 1283. 14.
Greek Monolingual
ἡ, Α τροχήλατης
1. η ενέργεια του τροχηλατῶ, οδήγηση άρματος, αρματηλασία
2. μτφ. το ευμετάβλητο της ανθρώπινης ζωής.
German (Pape)
ἡ, das Wagenlenken, Fahren, überh. Bewegung, Hippocr.