λαχανοπώλιον: Difference between revisions
From LSJ
ὅταν δὲ τἄμ' ἀθυμήσαντ' ἴδῃς, σύ μου τὸ δεινὸν καὶ διαφθαρὲν φρενῶν ἴσχναινε παραμυθοῦ θ' → whenever you see me despondent over my situation, do what you can to lessen and relieve what is wild and senseless in my thinking | whenever you see me despondent, you must cure the grim derangement of my mind and encourage me
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[λαχανοπώλιον]] | |mltxt=λαχανοπωλείο, το (AM [[λαχανοπωλεῖον]] Α και [[λαχανοπώλιον]]) [[λαχανοπώλης]]<br />[[κατάστημα]] όπου πωλούνται [[λαχανικά]], [[μανάβικο]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:26, 6 May 2023
English (LSJ)
τό, vegetable market, Sch.Ar.Lys. 556, Suid.
German (Pape)
[Seite 20] τό, = λαχανοπωλεῖον, Suid.
Greek Monolingual
λαχανοπωλείο, το (AM λαχανοπωλεῖον Α και λαχανοπώλιον) λαχανοπώλης
κατάστημα όπου πωλούνται λαχανικά, μανάβικο.