συγγραφοφύλαξ: Difference between revisions Search Google

From LSJ

ἐγγυητής τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεωςtrustworthy guarantor for the money

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)Full diacritics=(\w+)φύλαξ" to "Full diacritics=$1φῠ́λᾰξ")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4)")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ακος, ὁ, Α<br />(στην Αίγυπτο) [[υπάλληλος]] [[αρμόδιος]] για τη [[φύλαξη]] συμβολαίων και άλλων εγγράφων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συγγραφή]] «[[έγγραφο]], [[συμβόλαιο]]» / [[φύλαξ]] (<b>πρβλ.</b> <i>σκευο</i>-[[φύλαξ]])].
|mltxt=-ακος, ὁ, Α<br />(στην Αίγυπτο) [[υπάλληλος]] [[αρμόδιος]] για τη [[φύλαξη]] συμβολαίων και άλλων εγγράφων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συγγραφή]] «[[έγγραφο]], [[συμβόλαιο]]» / [[φύλαξ]] ([[πρβλ]]. [[σκευοφύλαξ]])].
}}
}}

Revision as of 15:05, 8 May 2023

Click links below for lookup in third sources:

English (LSJ)

[ῠ], ᾰκος, ὁ, keeper of bonds or contracts, PHib. 1.84 (a).14, al. (iv/iii B.C.), PCair.Zen.265.7 (iii B.C.), OGI120 (Naukratis, ii B.C.), etc.

Greek Monolingual

-ακος, ὁ, Α
(στην Αίγυπτο) υπάλληλος αρμόδιος για τη φύλαξη συμβολαίων και άλλων εγγράφων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συγγραφή «έγγραφο, συμβόλαιο» / φύλαξ (πρβλ. σκευοφύλαξ)].