ποδοβολώ: Difference between revisions

From LSJ

τοῦ εἰδέναι χάριν ἡ πραγματεία → knowledge is the object of our inquiry, the aim of our investigation is knowledge

Source
(33)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4, $7$9]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-έω, Ν<br />[[προκαλώ]] θόρυβο με το [[βάδισμα]] ή με τον τροχασμό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πόδι]] <span style="color: red;">+</span> -<i>βολώ</i> (-[[βόλος]] <span style="color: red;"><</span> [[βάλλω]]), <b>πρβλ.</b> <i>γεννο</i>-<i>βολώ</i>, <i>σπιθο</i>-<i>βολώ</i>].
|mltxt=-έω, Ν<br />[[προκαλώ]] θόρυβο με το [[βάδισμα]] ή με τον τροχασμό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πόδι]] <span style="color: red;">+</span> -<i>βολώ</i> (-[[βόλος]] <span style="color: red;"><</span> [[βάλλω]]), [[πρβλ]]. [[γεννοβολώ]], [[σπιθοβολώ]]].
}}
}}

Latest revision as of 16:47, 9 May 2023

Greek Monolingual

-έω, Ν
προκαλώ θόρυβο με το βάδισμα ή με τον τροχασμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πόδι + -βολώ (-βόλος < βάλλω), πρβλ. γεννοβολώ, σπιθοβολώ].