Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σπλαγχνοσκόπος: Difference between revisions

From LSJ

Γέρων γενόμενος μὴ γάμει νεωτέραν → Ne ducas iuniorem, si fueris senex → Wenn du gealtert, nimm dir keine junge Frau

Menander, Monostichoi, 110
(38)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
 
Line 6: Line 6:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜ<br />αυτός που εξετάζει τα [[σπλάγχνα]] τών θυσιαζόμενων ζώων για να μαντέψει το [[μέλλον]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σπλάγχνα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>σκόπος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σκοπός]] <span style="color: red;"><</span> [[σκέπτομαι]]), <b>πρβλ.</b> <i>οιωνο</i>-<i>σκόπος</i>].
|mltxt=ο, ΝΜ<br />αυτός που εξετάζει τα [[σπλάγχνα]] τών θυσιαζόμενων ζώων για να μαντέψει το [[μέλλον]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σπλάγχνα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>σκόπος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σκοπός]] <span style="color: red;"><</span> [[σκέπτομαι]]), [[πρβλ]]. [[οιωνοσκόπος]]].
}}
}}

Latest revision as of 11:35, 10 May 2023

German (Pape)

[Seite 922] Eingeweide beschauend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

σπλαγχνοσκόπος: -ον, ὁ ἐξετάζων τὰ σπλάγχνα τοῦ θύματος ὅπως προφητεύσῃ ἐξ αὐτῶν, Λατ. extispex, Θεοφάν. Χρον. 43C. - ἐντεῦθεν τὸ ῥῆμα σπλαγχνοσκοπέω, Σωκρ. Ἐκκλ. Ἱστ. 3. 13, καὶ οὐσιαστ. σπλαγχνοσκοπία, ἡ, Ἑρμείας ἐν Πλάτ. Φαίδρ. σελ. 109.

Greek Monolingual

ο, ΝΜ
αυτός που εξετάζει τα σπλάγχνα τών θυσιαζόμενων ζώων για να μαντέψει το μέλλον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπλάγχνα + -σκόπος (< σκοπός < σκέπτομαι), πρβλ. οιωνοσκόπος].