στραβαλός: Difference between revisions
From LSJ
τίς δ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν, τὸ κατθανεῖν δὲ ζῆν κάτω νομίζεται → who knows if life is death, and if in the underworld death is considered life
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=stravalos | |Transliteration C=stravalos | ||
|Beta Code=strabalo/s | |Beta Code=strabalo/s | ||
|Definition=<b class="b3">ὁ στρογγυλίας καὶ τετράγωνος ἄνθρωπος</b> (Achaean), Hsch. | |Definition=<b class="b3">ὁ στρογγυλίας καὶ τετράγωνος ἄνθρωπος</b> (Achaean), [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]] | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Latest revision as of 09:21, 25 August 2023
English (LSJ)
ὁ στρογγυλίας καὶ τετράγωνος ἄνθρωπος (Achaean), Hsch.
Greek (Liddell-Scott)
στραβαλός: «ὁ στρογγυλίας καὶ τετράγωνος ἄνθρωπος, Ἀχαιοὶ» Ἡσύχ., ἴδε προηγ.
Greek Monolingual
ὁ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «ὁ στρογγυλίας καὶ τετράγωνος ἄνθρωπος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < συνεσταλμένη βαθμίδα στραβ- του στρεβ-λός + επίθημα -αλός (πρβλ. ὁμαλός)].
German (Pape)
wie στρεβλός, gedreht, gewunden, bes. vom Haare, kraus, Hesych.