ἱεροσύλημα: Difference between revisions

From LSJ

Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection

Porphyry, Sententiae, 25
m (Text replacement - "<span class="bibl">LXX" to "<span class="bibl">LXX")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ierosylima
|Transliteration C=ierosylima
|Beta Code=i(erosu/lhma
|Beta Code=i(erosu/lhma
|Definition=ατος, τό, [[sacrilegious plunder]], <span class="bibl">[[LXX]] <span class="title">2 Ma.</span>4.39</span>; [[sacrilege]], Hsch.
|Definition=-ατος, τό, [[sacrilegious plunder]], [[LXX]] ''2 Ma.''4.39; [[sacrilege]], [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 11:22, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱεροσῡλημα Medium diacritics: ἱεροσύλημα Low diacritics: ιεροσύλημα Capitals: ΙΕΡΟΣΥΛΗΜΑ
Transliteration A: hierosýlēma Transliteration B: hierosylēma Transliteration C: ierosylima Beta Code: i(erosu/lhma

English (LSJ)

-ατος, τό, sacrilegious plunder, LXX 2 Ma.4.39; sacrilege, Hsch.

German (Pape)

[Seite 1243] τό, das aus einem Tempel Geraubte, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἱεροσύλημα: τό, ἱερόσυλος διαρπαγή, κλοπὴ δι’ ἱεροσυλίας, ἱεροσυλία, γενομένων δὲ πολλῶν ἱεροσυλημάτων κατὰ τὴν πόλιν Ἑβδ. (Β΄ Μακκ. Δ΄, 39). - Καθ’ Ἡσύχ. «ἱεροσυλημάτων· τῶν κλοπῶν τοῦ ἱεροῦ».

Greek Monolingual

το (Α ἱεροσύλημα) ιεροσυλώ
νεοελλ.
το αντικείμενο που προέρχεται από ιεροσυλία, το ιερό αντικείμενο που έχει κλαπεί από ναό
αρχ.
η ενέργεια του ιεροσυλώ, κλοπή ή διαρπαγή ιερών αντικειμένων, ιεροσυλία.