ἀσκοφορέω: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
(a)
(6_3)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0372.png Seite 372]] Schläuche tragen, VLL.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0372.png Seite 372]] Schläuche tragen, VLL.
}}
{{ls
|lstext='''ἀσκοφορέω''': [[φέρω]] ἀσκοὺς οἴνου κατὰ τὴν ἑορτὴν Βάκχου, «ἀσκοφορεῖν: τὸ ἐν ταῖς Διονυσιακαῖς πομπαῖς τοὺς ἀστοὺς, ἐσθῆτα ἔχοντας ἥν βούλονται, ἀσκοὺς κατὰ τῶν ὤμων φέρειν· καὶ οἱ τοῦτο ποιοῦντες ἀσκοφόροι καλοῦνται», Α. Β. 214, 3: ― Ἐπίθ. -[[φόρος]], ον, [[αὐτόθι]].
}}
}}

Revision as of 09:11, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσκοφορέω Medium diacritics: ἀσκοφορέω Low diacritics: ασκοφορέω Capitals: ΑΣΚΟΦΟΡΕΩ
Transliteration A: askophoréō Transliteration B: askophoreō Transliteration C: askoforeo Beta Code: a)skofore/w

English (LSJ)

   A bear wineskins at the feast of Bacchus, AB214:— Adj. ἀσκο-φόρος, ον, ibid.

German (Pape)

[Seite 372] Schläuche tragen, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσκοφορέω: φέρω ἀσκοὺς οἴνου κατὰ τὴν ἑορτὴν Βάκχου, «ἀσκοφορεῖν: τὸ ἐν ταῖς Διονυσιακαῖς πομπαῖς τοὺς ἀστοὺς, ἐσθῆτα ἔχοντας ἥν βούλονται, ἀσκοὺς κατὰ τῶν ὤμων φέρειν· καὶ οἱ τοῦτο ποιοῦντες ἀσκοφόροι καλοῦνται», Α. Β. 214, 3: ― Ἐπίθ. -φόρος, ον, αὐτόθι.