πεδαωριστής: Difference between revisions

From LSJ

οἴνῳ τὸν οἶνον ἐξελαύνεινchase out the wine with wine, take a hair of the dog that bit you, try to drive out the wine with wine

Source
(c2)
(6_19)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0540.png Seite 540]] ὁ, dor. statt [[μετεωριστής]], [[ἵππος]], ein sich bäumendes Pferd, Hesych.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0540.png Seite 540]] ὁ, dor. statt [[μετεωριστής]], [[ἵππος]], ein sich bäumendes Pferd, Hesych.
}}
{{ls
|lstext='''πεδᾱωριστής''': -οῦ, ὁ, Αἰολ. ἢ Δωρ. ἀντὶ [[μετεωριστής]], Ἡσύχ. ([[ἔνθα]] πεδαοριστής : «πεδαοριστής· [[ἵππος]] φρυ(α)γματίας καὶ [[μετεωριστής]]»). Τὸ ἐπίθετ. πεδωριστὸς κατὰ διόρθωσιν τοῦ Tyrwh. ἐν Θεοκρ. Ἐπιγράμμ. 17 (Ἀνθ. Π. 9. 600), τοὶ Συρακόσσαις ἐνίδρυνται πεδωρισταὶ πόλει [Ἀντίγραφα πελωρὶ σταῖ] πόλει.
}}
}}

Revision as of 10:03, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεδᾱωριστής Medium diacritics: πεδαωριστής Low diacritics: πεδαωριστής Capitals: ΠΕΔΑΩΡΙΣΤΗΣ
Transliteration A: pedaōristḗs Transliteration B: pedaōristēs Transliteration C: pedaoristis Beta Code: pedawristh/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ, Aeol. or Dor. for ἵππος φρυαγματίας, μετεω- ριστής, Hsch. (fort.πεδαορ-). πεδεινός,

   A v. πεδιεινός. πεδέπω, Aeol. = μεθέπω (q.v.). πεδέρχομαι, v. μετέρχομαι 111, IV. 5 : aor. imper. πέδελθε, = ἱκέτευσον, Id. ; subj. πεδέλθῃ, = ἱκετεύῃ, Id. (prob.). πέδευρα· ὕστερα (Lacon.), Id., and πέδευρον· ὕστερον, πάλιν, ὀπίσω (Lacon.), Id.

German (Pape)

[Seite 540] ὁ, dor. statt μετεωριστής, ἵππος, ein sich bäumendes Pferd, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

πεδᾱωριστής: -οῦ, ὁ, Αἰολ. ἢ Δωρ. ἀντὶ μετεωριστής, Ἡσύχ. (ἔνθα πεδαοριστής : «πεδαοριστής· ἵππος φρυ(α)γματίας καὶ μετεωριστής»). Τὸ ἐπίθετ. πεδωριστὸς κατὰ διόρθωσιν τοῦ Tyrwh. ἐν Θεοκρ. Ἐπιγράμμ. 17 (Ἀνθ. Π. 9. 600), τοὶ Συρακόσσαις ἐνίδρυνται πεδωρισταὶ πόλει [Ἀντίγραφα πελωρὶ σταῖ] πόλει.