εὔστρεπτος: Difference between revisions

From LSJ

φελένη καὶ φάναξ καὶ φοῖκος καὶ φαήρ → Ἑλένη καὶ ἄναξ καὶ οἶκος καὶ ἀήρ | Helen, lord, house, and air

Source
(13_3)
(6_6)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1100.png Seite 1100]] ep. ἐΰστρεπτος, wohlgedreht, βοεῖς, Riemen, Od. 2, 426. 15, 291; [[κάλως]] Orph. Arg. 237; βρόχοι Opp. Cvn. 3, 258; πόδες, gewandt, Ep. ad. (IX, 533).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1100.png Seite 1100]] ep. ἐΰστρεπτος, wohlgedreht, βοεῖς, Riemen, Od. 2, 426. 15, 291; [[κάλως]] Orph. Arg. 237; βρόχοι Opp. Cvn. 3, 258; πόδες, gewandt, Ep. ad. (IX, 533).
}}
{{ls
|lstext='''εὔστρεπτος''': Ἐπικ. ἐΰστρεπτος, ον, ([[στρέφω]]) [[καλῶς]] συνεστραμμένος, ἐπὶ [[σχοινίων]] ἢ λωρίων ἐκ δέρματος, ἐϋστρέπτοισι βοεῦσι Ὀδ. Β. 426, Ο. 291. ΙΙ. [[εὐκίνητος]], [[ἐλαφρός]], [[εὔστροφος]], πόδες Ἀνθ. Π. 9. 533.
}}
}}

Revision as of 10:16, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὔστρεπτος Medium diacritics: εὔστρεπτος Low diacritics: εύστρεπτος Capitals: ΕΥΣΤΡΕΠΤΟΣ
Transliteration A: eústreptos Transliteration B: eustreptos Transliteration C: eystreptos Beta Code: eu)/streptos

English (LSJ)

Ep. ἐΰστρ-, ον,

   A well-twisted, of leathern ropes, ἐϋστρέπτοισι βοεῦσι Od.2.426.    II well-plied, nimble, πόδες AP9.533; πρόσωπον turning hither and thither, Nonn.D.3.180.

German (Pape)

[Seite 1100] ep. ἐΰστρεπτος, wohlgedreht, βοεῖς, Riemen, Od. 2, 426. 15, 291; κάλως Orph. Arg. 237; βρόχοι Opp. Cvn. 3, 258; πόδες, gewandt, Ep. ad. (IX, 533).

Greek (Liddell-Scott)

εὔστρεπτος: Ἐπικ. ἐΰστρεπτος, ον, (στρέφω) καλῶς συνεστραμμένος, ἐπὶ σχοινίων ἢ λωρίων ἐκ δέρματος, ἐϋστρέπτοισι βοεῦσι Ὀδ. Β. 426, Ο. 291. ΙΙ. εὐκίνητος, ἐλαφρός, εὔστροφος, πόδες Ἀνθ. Π. 9. 533.