συμπλήρωσις: Difference between revisions
From LSJ
Βίου δικαίου γίγνεται τέλος καλόν → Vitae colentis aequa, pulcher exitus → Ein Leben, das gerecht verläuft, das endet schön
(c2) |
(6_10) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0988.png Seite 988]] ἡ, das Vollmachen, Ausfüllen, ἡ ξωθεν συμπλ. τῆς εὐδαιμονίας Pol. 5, 90, 4. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0988.png Seite 988]] ἡ, das Vollmachen, Ausfüllen, ἡ ξωθεν συμπλ. τῆς εὐδαιμονίας Pol. 5, 90, 4. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''συμπλήρωσις''': ἡ, ἐντελὴς [[πλήρωσις]], Ἀριστ. π. Φυτ. 1. 2, 12· τῆς εὐδαιμονίας Πολύβ. 5. 90, 4· ἐτῶν Ἑβδ. (Β΄ Παραλ. ΛϚ΄, 21)· σ. ἀπὸ πάντων, [[ἐντέλεια]] ἐν πᾶσι..., Λογγῖν. 12. 2. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:45, 5 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A completion, τῆς εὐδαιμονίας Plb.5.90.4; ἐτῶν LXX 2 Ch.36.21; filling up, φρέατος Str.3.5.7; blocking of blood-vessels, Heliod. ap. Orib.47.14.4; σ. ἀπὸ πάντων aggregation of all... Longin.12.2.
German (Pape)
[Seite 988] ἡ, das Vollmachen, Ausfüllen, ἡ ξωθεν συμπλ. τῆς εὐδαιμονίας Pol. 5, 90, 4.
Greek (Liddell-Scott)
συμπλήρωσις: ἡ, ἐντελὴς πλήρωσις, Ἀριστ. π. Φυτ. 1. 2, 12· τῆς εὐδαιμονίας Πολύβ. 5. 90, 4· ἐτῶν Ἑβδ. (Β΄ Παραλ. ΛϚ΄, 21)· σ. ἀπὸ πάντων, ἐντέλεια ἐν πᾶσι..., Λογγῖν. 12. 2.