ἀπόκυνον: Difference between revisions
From LSJ
Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art
(c1) |
(6_21) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0309.png Seite 309]] τό, Hundetod, eine Pflanze, Diosc., cynanehum erectum, Linn. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0309.png Seite 309]] τό, Hundetod, eine Pflanze, Diosc., cynanehum erectum, Linn. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀπόκῠνον''': τό, ([[κύων]]) [[φυτόν]], cynanchus erectus, σκυλοβότανον, «[[ἀπόκυνον]], οἱ δὲ κύναγχον, οἱ δὲ [[κυνόμορον]], οἱ δὲ κυνοκράμβην καλοῦσι», κατὰ δὲ Ἡσύχ. «[[μᾶζα]] μεμιγμένη φαρμάκῳ πρὸς ἀναίρεσιν κυνῶν, ἢ [[εἶδος]] βοτάνης». | |||
}} | }} |
Revision as of 11:42, 5 August 2017
English (LSJ)
τό, (κύων)
A dog's-bane, Marsdenia erecta, Dsc.4.80, Gal. 11.835. II name of a poisoned cake for dogs, Hsch.
German (Pape)
[Seite 309] τό, Hundetod, eine Pflanze, Diosc., cynanehum erectum, Linn.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπόκῠνον: τό, (κύων) φυτόν, cynanchus erectus, σκυλοβότανον, «ἀπόκυνον, οἱ δὲ κύναγχον, οἱ δὲ κυνόμορον, οἱ δὲ κυνοκράμβην καλοῦσι», κατὰ δὲ Ἡσύχ. «μᾶζα μεμιγμένη φαρμάκῳ πρὸς ἀναίρεσιν κυνῶν, ἢ εἶδος βοτάνης».