ἱστάω: Difference between revisions
Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst
(6_3) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἱστάω''': [[τύπος]] [[ἰσοδύναμος]] τῷ [[ἵστημι]], ἐν χρήσει παρ’ Ἡροδ. ἐν τῷ γ΄ ἑνικ. ἐνεστ. καὶ παρατ. ἱστᾷ, ἵστα, 2. 106., 4. 103., 6. 43, ἴδε Δινδ. περὶ Διαλ. Ἡροδ. σ. XXXVIII· ― [[ἐνίοτε]] εὕρηται καὶ ἐν Ἀντιγράφ. Ἀττ. συγγραφέων, ἱστᾷς Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 445· ἱστᾶν Πλάτ. Κρατ. 437Β· συχνὸν παρὰ μεταγεν., Διοσκ. 4. 43, Αἴσωπ., Θεμίστ., κλ. | |lstext='''ἱστάω''': [[τύπος]] [[ἰσοδύναμος]] τῷ [[ἵστημι]], ἐν χρήσει παρ’ Ἡροδ. ἐν τῷ γ΄ ἑνικ. ἐνεστ. καὶ παρατ. ἱστᾷ, ἵστα, 2. 106., 4. 103., 6. 43, ἴδε Δινδ. περὶ Διαλ. Ἡροδ. σ. XXXVIII· ― [[ἐνίοτε]] εὕρηται καὶ ἐν Ἀντιγράφ. Ἀττ. συγγραφέων, ἱστᾷς Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 445· ἱστᾶν Πλάτ. Κρατ. 437Β· συχνὸν παρὰ μεταγεν., Διοσκ. 4. 43, Αἴσωπ., Θεμίστ., κλ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br /><i>prés. ind. 3ᵉ sg.</i> [[ἱστᾷ]] ; <i>impér. 2ᵉ sg. ion.</i> [[ἵστη]] ; <i>inf.</i> ἱστᾶν ; <i>impf. 3ᵉ sg.</i> [[ἵστα]];<br /><i>c.</i> [[ἵστημι]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:31, 9 August 2017
English (LSJ)
collat. form of ἵστημι, 3sg. pres.
A ἱστᾷ Hdt.2.143, 4.103: impf. ἵστα Id.2.106 (v.l. ἵστη): freq. in later Gr., (καθ-) UPZ18.11 (ii B.C.), Aristeas 228, (συν-) Str.9.5.16, cf. Dsc.1.129 (v.l. in 4.43), Aesop.340, Them.Or.23.292c, etc.
German (Pape)
[Seite 1268] s. ἵστημι.
Greek (Liddell-Scott)
ἱστάω: τύπος ἰσοδύναμος τῷ ἵστημι, ἐν χρήσει παρ’ Ἡροδ. ἐν τῷ γ΄ ἑνικ. ἐνεστ. καὶ παρατ. ἱστᾷ, ἵστα, 2. 106., 4. 103., 6. 43, ἴδε Δινδ. περὶ Διαλ. Ἡροδ. σ. XXXVIII· ― ἐνίοτε εὕρηται καὶ ἐν Ἀντιγράφ. Ἀττ. συγγραφέων, ἱστᾷς Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 445· ἱστᾶν Πλάτ. Κρατ. 437Β· συχνὸν παρὰ μεταγεν., Διοσκ. 4. 43, Αἴσωπ., Θεμίστ., κλ.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
prés. ind. 3ᵉ sg. ἱστᾷ ; impér. 2ᵉ sg. ion. ἵστη ; inf. ἱστᾶν ; impf. 3ᵉ sg. ἵστα;
c. ἵστημι.