δεινόω: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_20)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δεινόω''': ποιῶ τι δεινόν, ἐξογκώνω, μεγαλώνω, [[παριστάνω]] ἐπὶ τὸ μεῖζον, ἐπὶ τὸ μεῖζον πάντα δεινώσας Θουκ. 8. 74· δεινῶσαι τὰς συμφορὰς Πλούτ. Περικλ. 28.
|lstext='''δεινόω''': ποιῶ τι δεινόν, ἐξογκώνω, μεγαλώνω, [[παριστάνω]] ἐπὶ τὸ μεῖζον, ἐπὶ τὸ μεῖζον πάντα δεινώσας Θουκ. 8. 74· δεινῶσαι τὰς συμφορὰς Πλούτ. Περικλ. 28.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />exagérer (le danger, les défauts <i>ou</i> les inconvénients de qch).<br />'''Étymologie:''' [[δεινός]].
}}
}}