μακροτέρως: Difference between revisions

From LSJ

θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη µου → set a guard over my mouth, Lord; keep watch over the door of my lips | set a guard, O Lord, over my mouth; keep watch over the door of my lips (Psalm 140:3, Septuagint version)

Source
(6_6)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''μακροτέρως''': Ἐπίρρ. συγκρ. τοῦ [[μακρός]], περαιτέρω, «παρέκει», Ἱππ. Προρρ. 75, Πλάτ. Σοφ. 258C ([[μετὰ]] διαφ. γραφ. -τέρω, πρβλ. Ἀριστ. Προβλ. 11. 20), ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 3. 10, 3.
|lstext='''μακροτέρως''': Ἐπίρρ. συγκρ. τοῦ [[μακρός]], περαιτέρω, «παρέκει», Ἱππ. Προρρ. 75, Πλάτ. Σοφ. 258C ([[μετὰ]] διαφ. γραφ. -τέρω, πρβλ. Ἀριστ. Προβλ. 11. 20), ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 3. 10, 3.
}}
{{bailly
|btext=v. [[μακρῶς]].
}}
}}

Revision as of 19:41, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μακροτέρως Medium diacritics: μακροτέρως Low diacritics: μακροτέρως Capitals: ΜΑΚΡΟΤΕΡΩΣ
Transliteration A: makrotérōs Transliteration B: makroterōs Transliteration C: makroteros Beta Code: makrote/rws

English (LSJ)

Adv. Comp. of μακρός,

   A for a longer time, Hp.Prorrh.1.117; to a greater degree, Pl.Sph.258c; at greater length, Arist.Rh.1410b18:

Greek (Liddell-Scott)

μακροτέρως: Ἐπίρρ. συγκρ. τοῦ μακρός, περαιτέρω, «παρέκει», Ἱππ. Προρρ. 75, Πλάτ. Σοφ. 258C (μετὰ διαφ. γραφ. -τέρω, πρβλ. Ἀριστ. Προβλ. 11. 20), ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 3. 10, 3.

French (Bailly abrégé)

v. μακρῶς.