μυρσινίτης: Difference between revisions

From LSJ

γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → women know nothing except from what they want

Source
(6_2)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μυρσῐνίτης''': [[οἶνος]], ὁ, παρεσκευασμένος διὰ μυρσίνης, Διοσκ. 5. 37. ΙΙ. μυρσ., ὁ, πολύτιμός τις [[λίθος]], Πλίν. 37. 63.
|lstext='''μυρσῐνίτης''': [[οἶνος]], ὁ, παρεσκευασμένος διὰ μυρσίνης, Διοσκ. 5. 37. ΙΙ. μυρσ., ὁ, πολύτιμός τις [[λίθος]], Πλίν. 37. 63.
}}
{{bailly
|btext=<i>c.</i> μυρρινίτης.
}}
}}

Revision as of 19:44, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μυρσῐνίτης Medium diacritics: μυρσινίτης Low diacritics: μυρσινίτης Capitals: ΜΥΡΣΙΝΙΤΗΣ
Transliteration A: myrsinítēs Transliteration B: myrsinitēs Transliteration C: myrsinitis Beta Code: mursini/ths

English (LSJ)

[ῑτ] οἶνος, ὁ,

   A wine flavoured with myrtle, Dsc.5.29.    II Subst. μ., ὁ, a precious stone, Plin.HN37.174.    2 myrtle spurge, Euphorbia Myrsinites, Dsc.4.164.5.

German (Pape)

[Seite 222] ὁ, = μοῤῥινίτης, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

μυρσῐνίτης: οἶνος, ὁ, παρεσκευασμένος διὰ μυρσίνης, Διοσκ. 5. 37. ΙΙ. μυρσ., ὁ, πολύτιμός τις λίθος, Πλίν. 37. 63.

French (Bailly abrégé)

c. μυρρινίτης.