ἀπάντησις: Difference between revisions
αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us
(6_8) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπάντησις''': -εως, ἡ, = τῷ προηγ. Πολύβ. 5. 26, 8, κτλ.· ἀπ. λαμβάνειν, εὑρίσκειν εὐκαιρίαν περίστασιν, ὁ αὐτ. 12. 8, 3.<br />ΙΙ. [[ἀπάντησις]] ἐν συζητήσει, [[ἀπόκρισις]], [[πρός]] τι Ἀριστ. Σοφ. Ἔλεγχ. 17. 12, Μεταφ. 3. 5, 3· ἀπ. ποιεῖσθαι, ἀποκρίνεσθαι, Πολύβ. 5. 63, 7· προσφιλὴς κατ’ ἀπ., ἐν συνδιαλέξει, ὁ αὐτ. 10. 5, 6· πρβλ. Πλούτ. 2. 803F. | |lstext='''ἀπάντησις''': -εως, ἡ, = τῷ προηγ. Πολύβ. 5. 26, 8, κτλ.· ἀπ. λαμβάνειν, εὑρίσκειν εὐκαιρίαν περίστασιν, ὁ αὐτ. 12. 8, 3.<br />ΙΙ. [[ἀπάντησις]] ἐν συζητήσει, [[ἀπόκρισις]], [[πρός]] τι Ἀριστ. Σοφ. Ἔλεγχ. 17. 12, Μεταφ. 3. 5, 3· ἀπ. ποιεῖσθαι, ἀποκρίνεσθαι, Πολύβ. 5. 63, 7· προσφιλὴς κατ’ ἀπ., ἐν συνδιαλέξει, ὁ αὐτ. 10. 5, 6· πρβλ. Πλούτ. 2. 803F. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br />réponse.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπαντάω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:48, 9 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ, = foreg., S.Fr.828, Epicur.Ep.1p.10U., Plb.5.26.8, D.S.18.59;
A εἰς -σίν τινι ἐξελθεῖν LXXJd.11.31, Ev.Matt.25.6; escort, Plb.5.43.3, etc. II meeting in argument, reply, πρός τι Arist.SE176a23, Metaph.1009a20, cf. Phld.Sign.19,28; ἀ. ποιεῖσθαι to reply, Plb.5.63.7; προσφιλὴς κατ' ἀ. in conversation, Id.10.5.6, cf. Phld.Vit.p.13J., Id.Herc.1457.4, Plu.2.803f(pl.). III steadfastness in face of opposition, Hp.Decent.5.
German (Pape)
[Seite 278] ἡ, das Begegnen, Zusammenkommen, Pol. öfter; ποιεῖσθαι 5, 63; Plut. Num. 10; Ereigniß, Veranlassung, Pol. 20, 11. 12, 8. – Antwort, Plut. reip. ger. pr. 44; neben ἄμειψις 7.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπάντησις: -εως, ἡ, = τῷ προηγ. Πολύβ. 5. 26, 8, κτλ.· ἀπ. λαμβάνειν, εὑρίσκειν εὐκαιρίαν περίστασιν, ὁ αὐτ. 12. 8, 3.
ΙΙ. ἀπάντησις ἐν συζητήσει, ἀπόκρισις, πρός τι Ἀριστ. Σοφ. Ἔλεγχ. 17. 12, Μεταφ. 3. 5, 3· ἀπ. ποιεῖσθαι, ἀποκρίνεσθαι, Πολύβ. 5. 63, 7· προσφιλὴς κατ’ ἀπ., ἐν συνδιαλέξει, ὁ αὐτ. 10. 5, 6· πρβλ. Πλούτ. 2. 803F.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
réponse.
Étymologie: ἀπαντάω.