ἀποτινάσσω: Difference between revisions

From LSJ

ἀσκὸς ὕστερον δεδάρθαι κἀπιτετρίφθαι γένος → I'd be willing to be flayed into a wineskin afterwards and to have my line wiped out

Source
(6_1)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποτῐνάσσω''': [[ἐκτινάσσω]], [[ἀποσείω]], οὐκ ἀποτινάσσεις κισσόν; Εὐρ. Βάκχ. 253: - Μέσ., ἀποτινάξασθαι Γαλην. 6. 821· ἀποτετίνακται τὴν φροντίδα, ἀπηλλάγη αὐτῆς, «τὴν ἐτίναξεν ἀπεπάνω του», Ἑβδ.
|lstext='''ἀποτῐνάσσω''': [[ἐκτινάσσω]], [[ἀποσείω]], οὐκ ἀποτινάσσεις κισσόν; Εὐρ. Βάκχ. 253: - Μέσ., ἀποτινάξασθαι Γαλην. 6. 821· ἀποτετίνακται τὴν φροντίδα, ἀπηλλάγη αὐτῆς, «τὴν ἐτίναξεν ἀπεπάνω του», Ἑβδ.
}}
{{bailly
|btext=faire tomber en secouant.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[τινάσσω]].
}}
}}

Revision as of 19:48, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποτινάσσω Medium diacritics: ἀποτινάσσω Low diacritics: αποτινάσσω Capitals: ΑΠΟΤΙΝΑΣΣΩ
Transliteration A: apotinássō Transliteration B: apotinassō Transliteration C: apotinasso Beta Code: a)potina/ssw

English (LSJ)

[ῐ],

   A shake off, E.Ba.253:—Med., ἀποτινάξασθαι Gal.6.821; ἀποτετίνακται τὸ ῥῆμα τῶν ὄνων has got rid of it, LXX1 Ki.10.2.

German (Pape)

[Seite 331] abschütteln, wegwerfen, Eur. Bacch. 253; Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποτῐνάσσω: ἐκτινάσσω, ἀποσείω, οὐκ ἀποτινάσσεις κισσόν; Εὐρ. Βάκχ. 253: - Μέσ., ἀποτινάξασθαι Γαλην. 6. 821· ἀποτετίνακται τὴν φροντίδα, ἀπηλλάγη αὐτῆς, «τὴν ἐτίναξεν ἀπεπάνω του», Ἑβδ.

French (Bailly abrégé)

faire tomber en secouant.
Étymologie: ἀπό, τινάσσω.