ἑβδομαγενής: Difference between revisions
From LSJ
ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do
(6_7) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑβδομᾱγενής''': -ές, γεννηθεὶς κατὰ τὴν ἑβδόμην ἡμέραν τοῦ μηνός, ἐπίθ. τοῦ Ἀπόλλωνος, Πλούτ. 2. 717D· ἀλλ’ ὑπὸ τοῦ Valck. (Ἀριστοβ. σ. 115) προτιμᾶται [[ἑβδομαγέτης]]. | |lstext='''ἑβδομᾱγενής''': -ές, γεννηθεὶς κατὰ τὴν ἑβδόμην ἡμέραν τοῦ μηνός, ἐπίθ. τοῦ Ἀπόλλωνος, Πλούτ. 2. 717D· ἀλλ’ ὑπὸ τοῦ Valck. (Ἀριστοβ. σ. 115) προτιμᾶται [[ἑβδομαγέτης]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />né le 7ᵉ jour (du mois), <i>épith. d’Apollon, né le 7 Bysios</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἕβδομος]], [[γένος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:53, 9 August 2017
English (LSJ)
ές,
A born on the seventh day [of the month], epith. of Apollo, Plu.2.717e.
German (Pape)
[Seite 699] am siebenten Tage geboren, Beiwort des Apollo, bes. in Sparta, Plut Symp, 8, 1, 2. Wohl zu ändern in
Greek (Liddell-Scott)
ἑβδομᾱγενής: -ές, γεννηθεὶς κατὰ τὴν ἑβδόμην ἡμέραν τοῦ μηνός, ἐπίθ. τοῦ Ἀπόλλωνος, Πλούτ. 2. 717D· ἀλλ’ ὑπὸ τοῦ Valck. (Ἀριστοβ. σ. 115) προτιμᾶται ἑβδομαγέτης.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
né le 7ᵉ jour (du mois), épith. d’Apollon, né le 7 Bysios.
Étymologie: ἕβδομος, γένος.