Κερβέριοι: Difference between revisions

From LSJ

Δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή → Mulier fit domina sponso, simulac senuerit → Die Frau beherrscht, sobald er alt, den Bräutigam

Menander, Monostichoi, 129
(6_15)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Κερβέριοι''': οἱ, κωμικὸς [[τύπος]] τοῦ [[Κιμμέριοι]], ἀναγινωσκόμ. παρὰ τῷ Κράτ. καὶ κατὰ τὸν Ἀρίσταρχ. ἐν Ὀδ. Λ. 14 (κατὰ τοὺς Σχολ.), καί, ὡς φαίνεται, παρὰ τῷ Ἀριστοφ. ἐν Βατρ. 187· [[μετὰ]] λογοπαιγνίου ἐπὶ τοῦ [[Κέρβερος]], πρβλ. Μεγ. Ἐτυμολ. 513. 43 ([[ἔνθα]] ἴδε Gaisf.).
|lstext='''Κερβέριοι''': οἱ, κωμικὸς [[τύπος]] τοῦ [[Κιμμέριοι]], ἀναγινωσκόμ. παρὰ τῷ Κράτ. καὶ κατὰ τὸν Ἀρίσταρχ. ἐν Ὀδ. Λ. 14 (κατὰ τοὺς Σχολ.), καί, ὡς φαίνεται, παρὰ τῷ Ἀριστοφ. ἐν Βατρ. 187· [[μετὰ]] λογοπαιγνίου ἐπὶ τοῦ [[Κέρβερος]], πρβλ. Μεγ. Ἐτυμολ. 513. 43 ([[ἔνθα]] ἴδε Gaisf.).
}}
{{bailly
|btext=ων ([[οἱ]]) :<br />les Kerbéries, <i>autre n. des Cimmériens</i>, SOPH. (<i>EM</i> p. 543.43) ; AR. <i>Ran</i>. 187 (<i>cf</i>. Κιμμέριοι).
}}
}}

Revision as of 19:55, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Κερβέριοι Medium diacritics: Κερβέριοι Low diacritics: Κερβέριοι Capitals: ΚΕΡΒΕΡΙΟΙ
Transliteration A: Kerbérioi Transliteration B: Kerberioi Transliteration C: Kerverioi Beta Code: *kerbe/rioi

English (LSJ)

οἱ, Comic form of Κιμμέριοι, read by Crates in Od.11.14 (

   A Κερβερέων Aristarch. (?)), and apptly. by Ar.Ra.187: with a play upon Κέρβερος, cf. EM513.45.

Greek (Liddell-Scott)

Κερβέριοι: οἱ, κωμικὸς τύπος τοῦ Κιμμέριοι, ἀναγινωσκόμ. παρὰ τῷ Κράτ. καὶ κατὰ τὸν Ἀρίσταρχ. ἐν Ὀδ. Λ. 14 (κατὰ τοὺς Σχολ.), καί, ὡς φαίνεται, παρὰ τῷ Ἀριστοφ. ἐν Βατρ. 187· μετὰ λογοπαιγνίου ἐπὶ τοῦ Κέρβερος, πρβλ. Μεγ. Ἐτυμολ. 513. 43 (ἔνθα ἴδε Gaisf.).

French (Bailly abrégé)

ων (οἱ) :
les Kerbéries, autre n. des Cimmériens, SOPH. (EM p. 543.43) ; AR. Ran. 187 (cf. Κιμμέριοι).