ὀφθαλμοφανής: Difference between revisions
From LSJ
Πᾶσιν γὰρ εὖ φρονοῦσι συμμαχεῖ τύχη → Sapientibus Fortuna se fert opiferam → Mit allen, die klug denken, steht das Glück im Bund
(6_8) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὀφθαλμοφᾰνής''': -ές, ὁ φανερὸς εἰς τοὺς ὀφθαλμούς, [[ὁρατός]], Ἀριστ. Ἀποσπ. 202, Στράβ. 75. Ἐπίρρ. -νως, Ἐβδ. (Ἐσθὴρ Θ΄, 13). | |lstext='''ὀφθαλμοφᾰνής''': -ές, ὁ φανερὸς εἰς τοὺς ὀφθαλμούς, [[ὁρατός]], Ἀριστ. Ἀποσπ. 202, Στράβ. 75. Ἐπίρρ. -νως, Ἐβδ. (Ἐσθὴρ Θ΄, 13). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />qui se montre aux yeux, visible.<br />'''Étymologie:''' [[ὀφθαλμός]], [[φαίνω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:05, 9 August 2017
English (LSJ)
ές,
A apparent to the eye, visible, Arist.Fr.208; ἀργύριον ὀ. ἐναντίον . . μαρτύρων PHib.1.89.8 (iii B. C.); obvious, Str.2.1.18; ἔργον Aristox.Harm. p.41 M. Adv. -νῶς LXXEs.8.13, Ph.1.614, S.E.M.9.39, Cleom.2.6.
German (Pape)
[Seite 426] ές, augenscheinlich, Strab. u. Sp., auch im adv., S. Emp. adv. phys. 1, 39.
Greek (Liddell-Scott)
ὀφθαλμοφᾰνής: -ές, ὁ φανερὸς εἰς τοὺς ὀφθαλμούς, ὁρατός, Ἀριστ. Ἀποσπ. 202, Στράβ. 75. Ἐπίρρ. -νως, Ἐβδ. (Ἐσθὴρ Θ΄, 13).
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
qui se montre aux yeux, visible.
Étymologie: ὀφθαλμός, φαίνω.