πολιορκητικός: Difference between revisions
ἡ κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ → you can tell a fox by its tail, small traits give the clue to the character of a person
(6_11) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πολιορκητικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς πολιορκίαν, αἱ πολ. ἐπίνοιαι Πολύβ. 1. 58, 4. ΙΙ. τὰ -κά, τὰ μέσα τὰ πρὸς πολιορκίαν χρήσιμα, Διόδ. 20. 103, κτλ. 2) [[πραγματεία]] περὶ τῆς πολιορκητικῆς τέχνης, οἵα ἡ ὑπὸ Αἰνείου τοῦ Τακτικοῦ. | |lstext='''πολιορκητικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς πολιορκίαν, αἱ πολ. ἐπίνοιαι Πολύβ. 1. 58, 4. ΙΙ. τὰ -κά, τὰ μέσα τὰ πρὸς πολιορκίαν χρήσιμα, Διόδ. 20. 103, κτλ. 2) [[πραγματεία]] περὶ τῆς πολιορκητικῆς τέχνης, οἵα ἡ ὑπὸ Αἰνείου τοῦ Τακτικοῦ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />relatif au siège d’une ville ; τὰ πολιορκητικά traité sur l’art des sièges d’Énée le Τacticien.<br />'''Étymologie:''' [[πολιορκέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:07, 9 August 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A of or for besieging, αἱ π. ἐπίνοιαι Plb.1.58.4. II τὰ π. ἔργα siege-works, D.S.20.103; ὄργανα Posidon.36 J., Str.16.1.24. 2 π., τά, title of treatise by Apollodorus of Damascus.
German (Pape)
[Seite 655] ή, όν, zur Städtebelägerung gehörig; ὄργανα, Ath. VI, 273 e; ἐπίνοιαι καὶ βίαι, Pol. 1, 58, 4; τὰ πολιορκητικά, Lehrbuch der Belagerungskunst, Sp. – Adv., Poll. 1, 122.
Greek (Liddell-Scott)
πολιορκητικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς πολιορκίαν, αἱ πολ. ἐπίνοιαι Πολύβ. 1. 58, 4. ΙΙ. τὰ -κά, τὰ μέσα τὰ πρὸς πολιορκίαν χρήσιμα, Διόδ. 20. 103, κτλ. 2) πραγματεία περὶ τῆς πολιορκητικῆς τέχνης, οἵα ἡ ὑπὸ Αἰνείου τοῦ Τακτικοῦ.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
relatif au siège d’une ville ; τὰ πολιορκητικά traité sur l’art des sièges d’Énée le Τacticien.
Étymologie: πολιορκέω.