Στυμφαλίς: Difference between revisions
From LSJ
Ὤδινεν ὄρος, Ζεὺς δ' ἐφοβεῖτο, τὸ δ' ἔτεκεν μῦν → The mountain was in labor—even Zeus was afraid—but gave birth to a mouse
(sl1) |
(sl1_repeat) |
||
Line 3: | Line 3: | ||
}} | }} | ||
{{Slater | {{Slater | ||
|sltr=<b>Στυμφᾱλῐς</b> (f. adj.)<br /> <b>1</b>Stymphalian [[ματρομάτωρ]] ἐμὰ [[Στυμφαλίς]], εὐανθὴς Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν (O. 6.84) | |sltr=<b>Στυμφᾱλῐς</b> (f. adj.)<br /> <b>1</b> Stymphalian [[ματρομάτωρ]] ἐμὰ [[Στυμφαλίς]], εὐανθὴς Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν (O. 6.84) | ||
}} | }} |
Revision as of 12:30, 17 August 2017
French (Bailly abrégé)
ίδος
adj. f.
de Stymphale ; Στυμφαλὶς λίμνη HDT lac de Stymphale.
Étymologie: Στύμφαλος.
English (Slater)
Στυμφᾱλῐς (f. adj.)
1 Stymphalian ματρομάτωρ ἐμὰ Στυμφαλίς, εὐανθὴς Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν (O. 6.84)