ἐμπεδοσθενής: Difference between revisions
From LSJ
(6_7) |
(21) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐμπεδοσθενής''': -ές, ὁ ἔχων ἔμπεδον [[σθένος]], ἀκλόνητον δύναμιν, [[βίοτος]], [[ἥσυχος]], [[ἀτάραχος]] [[βίος]], Πινδ. Ν. 7. 98. | |lstext='''ἐμπεδοσθενής''': -ές, ὁ ἔχων ἔμπεδον [[σθένος]], ἀκλόνητον δύναμιν, [[βίοτος]], [[ἥσυχος]], [[ἀτάραχος]] [[βίος]], Πινδ. Ν. 7. 98. | ||
}} | |||
{{Slater | |||
|sltr=[[ἐμπεδοσθενής]] <br /> <b>1</b> [[steadfast]] and [[strong]] εἰ [[γάρ]] σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα (N. 7.98) | |||
}} | }} |
Revision as of 13:59, 17 August 2017
English (LSJ)
ές,
A with force unshaken, βίοτος a settled, unruffled life, Pi.N.7.98.
German (Pape)
[Seite 811] βίοτος, von fester Kraft, Pind. N. 7, 98.
Greek (Liddell-Scott)
ἐμπεδοσθενής: -ές, ὁ ἔχων ἔμπεδον σθένος, ἀκλόνητον δύναμιν, βίοτος, ἥσυχος, ἀτάραχος βίος, Πινδ. Ν. 7. 98.
English (Slater)
ἐμπεδοσθενής
1 steadfast and strong εἰ γάρ σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα (N. 7.98)