ἀβρωσία: Difference between revisions
From LSJ
(6_9) |
(big3_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀβρωσία''': ἡ, [[ἔλλειψις]] βρώσεως, τροφῆς, = [[ἀσιτία]]. [[Πολυδ]]. 6. 39. | |lstext='''ἀβρωσία''': ἡ, [[ἔλλειψις]] βρώσεως, τροφῆς, = [[ἀσιτία]]. [[Πολυδ]]. 6. 39. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ<br />[[ayuno]] κλύω τάνδ' ἀβρωσίᾳ στόματος ἁμέραν Δάματρος ἀκτᾶς [[δέμας]] ἁγνὸν ἴσχειν de Fedra, E.<i>Hipp</i>.136, cf. Poll.6.39. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:43, 21 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A want of food, fasting, Poll. 6.39.
German (Pape)
[Seite 5] ἡ, Fasten, = ἀσιτία, Poll. 6, 32.
Greek (Liddell-Scott)
ἀβρωσία: ἡ, ἔλλειψις βρώσεως, τροφῆς, = ἀσιτία. Πολυδ. 6. 39.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
ayuno κλύω τάνδ' ἀβρωσίᾳ στόματος ἁμέραν Δάματρος ἀκτᾶς δέμας ἁγνὸν ἴσχειν de Fedra, E.Hipp.136, cf. Poll.6.39.