ἀνάπλευσις: Difference between revisions

From LSJ

κρέσσων γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος → it is better to be envied than pitied | to be envied is a nobler fate than to be pitied (Pindar, Pythian 1.85)

Source
(6_8)
(big3_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνάπλευσις''': -εως, ἡ, μόνον μεταφ., [[σῆψις]] καὶ [[κατάτριψις]] τοῦ ὀστοῦ, τὰ περὶ γένυας ἀλγήματα [[σφόδρα]] [[κίνδυνος]] εἰς ὀστέου ἀνάπλευσιν ἐλθεῖν Ἱππ. 157Ε, πρβλ. [[ἀναπλέω]] ΙΙΙ.
|lstext='''ἀνάπλευσις''': -εως, ἡ, μόνον μεταφ., [[σῆψις]] καὶ [[κατάτριψις]] τοῦ ὀστοῦ, τὰ περὶ γένυας ἀλγήματα [[σφόδρα]] [[κίνδυνος]] εἰς ὀστέου ἀνάπλευσιν ἐλθεῖν Ἱππ. 157Ε, πρβλ. [[ἀναπλέω]] ΙΙΙ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[náusea]] μὴ ἀθρόως ἀφέλκειν τοὺς δακτύλους πρὸς τὴν πρώτην ἀνάπλευσιν Archig. en Orib.8.1.20.<br /><b class="num">2</b> [[fisura]] ὀστέου Hp.<i>Coac</i>.234, ὀστέων Crit.Hist. en Gal.13.794.
}}
}}

Revision as of 12:09, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνάπλευσις Medium diacritics: ἀνάπλευσις Low diacritics: ανάπλευσις Capitals: ΑΝΑΠΛΕΥΣΙΣ
Transliteration A: anápleusis Transliteration B: anapleusis Transliteration C: anaplefsis Beta Code: a)na/pleusis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A separation, splitting off, ὀστέου Hp.Coac. 234.    II mounting, rising, of food in vomiting, Archig. ap. Orib. 8.1.20.

German (Pape)

[Seite 202] ἡ, die Fahrt stroman, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνάπλευσις: -εως, ἡ, μόνον μεταφ., σῆψις καὶ κατάτριψις τοῦ ὀστοῦ, τὰ περὶ γένυας ἀλγήματα σφόδρα κίνδυνος εἰς ὀστέου ἀνάπλευσιν ἐλθεῖν Ἱππ. 157Ε, πρβλ. ἀναπλέω ΙΙΙ.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 náusea μὴ ἀθρόως ἀφέλκειν τοὺς δακτύλους πρὸς τὴν πρώτην ἀνάπλευσιν Archig. en Orib.8.1.20.
2 fisura ὀστέου Hp.Coac.234, ὀστέων Crit.Hist. en Gal.13.794.